1. Αλέξης Κούγιας για Απόστολο Λύτρα:
“΄Εχει ανδρικά χαρακτηριστικά ο Αποστόλης, είναι αυτοδημιούργητος”
2. Ο ίδιος Ο Κούγιας για τον ευατό του:
α. «Εμείς βέβαια είμαστε αριστερή οικογένεια, κι αυτό δεν το ξέρει κανείς. Εγώ μεγάλωσα στην Πετρούπολη. Η Πετρούπολη ήταν το μέρος που γύρισαν οι άνθρωποι από τα ξερονήσια. Η γιαγιά μου είχε εκτοπιστεί γιατί έκρυβε τους αντάρτες στο πατάρι, την πιάσανε, την εκτόπισαν. Ο πατέρας μου ήταν παλιός χωροφύλακας που η μάνα μου τον φώναζε αυριανιστή. Ήμουν μέλος της νεολαίας Λαμπράκη σε ηλικία 15 ετών. Αυτό όμως δεν με εμπόδισε να είμαι στην Πετρούπολη, Δημοτικός Σύμβουλος με τη Δεξιά» έχει δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξή του”
β. «Έχω τα ωραιότερα σπίτια σε όλη την Ελλάδα, από την Κρήτη μέχρι τους Οθωνούς»
«Από το κόμπλεξ μου που δεν είχαμε σπίτι και μέναμε σε υπόγεια, ήθελα να γίνω πλούσιος για να κάνω σπίτια και να πάρω αυτοκίνητα. Και είμαι ισορροπημένος γιατί αυτό έγινε με έναν υγιή τρόπο. Δεν βρήκα χρόνο για να κάνω διακοπές, να ευχαριστηθώ τα σπίτια μου. Λόγω του κόμπλεξ που σας είπα, έχω σπίτια σε όλη την Ελλάδα, έχω τα ωραιότερα σπίτια, από την Κρήτη μέχρι τους Οθωνούς, στη Μύκονο, στο Μεγανήσι. Δεν έχω πάει ποτέ» δήλωσε ο Αλέξης Κούγιας”.
****
Ο πλούσιος ξέρω πως είναι εχθρός μου ,”ταξικός μου αντίπαλος”. ΄Οχι μόνο με το μαρξιστικό ορισμό για την «πάλη των τάξεων». Κι ας στηριζει στην πραγματικότητα τη δύναμή του σε πήλινα πόδια.
Κυρίως, επειδή δε θέλω, ούτε γούσταρα ποτέ ,να γίνω πλούσιος. Πρώτα, γιατί αδυνατώ να κουμαντάρω ακόμα και το λίγο χρήμα ( Δε λέω να « το διαχειριστώ», γιατί το χρήμα σε κουμαντάρει, δε συμβαίνει το αντίθετο). ΄Υστερα, γιατί δεν υπάρχει χρόνος για να τον σπαταλήσω ασυλλόγιστα και χωρίς ιεράρχηση των «εκ των ων ουκ άνευ», που είναι τόσα πολλά, συναρτώμενα με τη λίγη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής . Και θα ήταν ιδιωτεία να βάλω μέσα στα «ουκ άνευ» την απόκτηση ψεύτικης ισχύος με την επένδυση σε πλούτο και χλίδα.
Το τρίτο που… τρίζει, είναι άλλο, όμως. Πλούσιος με αρχές και αξίες (φυσικές, απαράγραπτες, αρχέγονες, διαχρονικές) δεν υπάρχει. Απλώς κατεβάζει τον ηθικό του πήχη στις… πατούσες του και μετά, αν κάτι …πηδάει, είναι «σκοινάκι». Και μόνο για «άλμα εις ύψος» δεν πρόκειται.
΄Ετσι, ναι.΄Απαντες, ως ο “Προκρούστης”, βολεύονται ηθικά και συνειδησιακά σε τούτη τη ζωή. Αλλά πλείστοι και στην άλλη. ΄Εχουν ανταμοιβή της μετάλλαξή τους σε θρησκευόμενα ζόμπι!
Και μπορούν να εξαπατούν τον εαυτό τους και όσους έχουν τις ίδιες με εκείνους προδιαγραφές, γραμμένες στην πέτσινη, αξιακή τους ατζέντα. Αυτή , όμως, που με μια μονοκονδυλιά διαγράφει η Φύση, γιατί έχει τους δικούς της αυθεντικούς, περί ηθικής και Νόησης , Νόμους. Και ουδείς άλλος κανόνας μπορεί να σταθεί μπροστά στην ισχύ και το μεγαλείο των φυσικών στάτους.
Αν το χρήμα έχει μια αξία (και πάλι δε μιλάμε για το πολύ χρήμα) , είναι άλλη. ΄Όχι εκείνη που οι κοινωνίες παλαιόθεν δίδασκαν (και σήμερα) τα μέλη τους. Δεν εξασφαλίζει τα «αναγκαία», Ο «επηετανός βίος», κατά Ησίοδο, έχει άλλους τρόπους απόκτησης. Ούτε γιατί στερούνται τις απολαύσεις στις οποίες δεν επεντρυφούν οι μη έχοντες και κατέχοντες , επειδή δεν μπορούν να τις προσεγγίσουν. Η απόλαυση και η χαρά βρίσκονται στα απλά πράγματα. Σε λεπτομέρειες, αόρατες δια γυμνού οφθαλμού σε όσους χρειάζονται «κιάλια”.
Το χρήμα, κάποιες φορές σου εξασφαλίζει ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ. Να μπορείς να λες ΟΧΙ ΄Η ΝΑΙ, την ώρα που εσύ θέλεις και είναι επιβεβλημένη η επιλογή, για να μη μεταμορφωθείς σε υποχείριο «κυρίων» και καταστάσεων. Καμιά άλλη ουσιαστική προσφορά δεν έχει.
Κι αυτό τον κανόνα της χρησιμότητας του χρήματος , τον γνωρίζουν πολύ καλά οι έχοντες «εξ απαλών ονύχων» οικονομική επάρκεια στη ζωή. Σε αντίθεση με όσους τη στερούνται παιδιόθεν και θέτουν στόχο της ζωής τους να αποκτήσουν οικονομική επιφάνεια και αναγνωρισιμότητα. (Αυτά κυρίως πάνε ζευγάρι).
Κι εκεί είναι το μέγα λάθος των «Κούγια» και των ομοίων του: «Από το κόμπλεξ μου που δεν είχαμε σπίτι και μέναμε σε υπόγεια, ήθελα να γίνω πλούσιος για να κάνω σπίτια και να πάρω αυτοκίνητα”! Ως στερημένοι, κατά Φρόιντ, είναι επικίνδυνοι. Πρώτα για τον εαυτό τους, μετά για όσους είναι δίπλα τους.
Το id, ως απωθημένο, και καταπιεσμένο υποσυνείδητο (εδώ λόγω φτώχειας), όταν πάψεις πια να είσαι ο «γιος της πλύστρας» και ρίξεις “το πλάνο ψήλωμα”, κουβαλάς τη στέρηση σε όλη σου τη ζωή. Και είναι αυτή που ως «φίδι κολοβό» θα βγει κάποια στιγμή και θα τσιμπήσει.
Το τραγικότερο, όμως, είναι πως πεθαίνοντας με τη θανατηφόρα δόση , από την ανάγκη να υπερνικήσεις τον πόνο και την αγωνία τους τέλους και της ματαιότητας, επινοείς «ιστορίες», κατασκευάζεις «πατερίτσες», ως αξίες , ανοίγεις φανταστικές ορμόνες χαράς και ικανοποίησης να ξεχυθούν στο αίμα, για να μη είναι τόσο θλιβερή ή ώρα, που θα πέσει η αυλαία.
Δες τον Κούγια τί «μαξιλάρια» βάζει, το ένα πάνω στο άλλο, μήπως και ανακουφίσει την οδύνη της, στην ουσία, αποτυχίας. (“Δεν βρήκα χρόνο για να κάνω διακοπές, να ευχαριστηθώ τα σπίτια μου.”) ! Της σήψης και της «λαιμαργίας» για σκουπιδοτροφή. Ομοφοβία, βαρβατίλα- αντριλίκι, φαλλοκρατία, αριστεροφροσύνη, ως άλλοθι, οι “γόνοι” που απόκτησε και τους μεγάλωσε με τα πρότυπα της μεταλλαγμένης σε «σκοινάκι» ηθικής του! Σεμνύνεται ό ίδιος και κατά…συχνούς καιρούς για τέτοια αποκτήματα.
Τέτοιος φόβος, όμως, απώλειας και στέρησης, δεν μπορεί να κατάλαβει όσους δεν έκαναν αυτοσκοπό της ζωής το κυνήγι της απόκτησης χρήματος και αναγνωρισιμότητας. Γιατί να νιώθεις πως στερείσαι εκείνα που δεν εκτιμάς ιδιαίτερα και δεν τα ιεραρχείς, ως αξία και κάποτε μοναδική στη ζωή σου, για να «σε θεωρείς» πετυχημένο;
Ξέρω να φυλαχτώ, από τον πλούσιο. Ούτε τον φοβάμαι. Πρώτα επειδή δεν τον εκτιμώ και δεν τον ζηλεύω Αλλά ξέρω και να τον πολεμάω, όταν χρειαστεί με άλλο ανάστημα από το δικό του. Με κείνο της ψυχής . Αλλά και με τα όπλα που εξοπλίζει η Φύση τα δικά της παιδιά.
Το “γιο της πλύστρας”, ως «πεμπτοφαλαγγίτη» όμως, τον φοβάμαι. Δεν ξέρω πού κρύβεται, πότε και πώς θα μου τη φέρει. Αφήνει «μελάνι» και χάνεται για να μη αναγνωριστεί. Γλιστράει πάντα σαν χέλι. Το παίζει με τα “μας”, αλλά είναι και με εκείνους.
Το «Σπύρο Παπαδόπουλο», το «Λύτρα», τον «Κούγια», το «Λαζόπουλο», τον «Κούρκουλο» ,τη «Βουγιουκλάκη¨. Όλους τους γιούς και θυγατέρες της «πλύστρας».
Η άσοφη «μάνα-σκύλα» έχει την ευθύνη, που δε γαλούχησε τις γέννες της με σύνεση αυτάρκειας και διάκρισης επιλογής του σπουδαίου, του χρήσιμου, του απαραίτητου. Θύμα, εν τέλει και η ίδια της παθογένειας των συμπεριφορών του όχλου, του στερούμενου θυμοσοφίας και ευθύνης, πλήθους.
Εν τέλει, ο ΓερμανοΙρλανδός Ροκφέλερ, ο Σιτσιλιάνος Νονός Βίτο Κορλεόνε , ο Ιρλανδός μαφιόζος “Φρανκ” ,θύματα στο κυνήγι κατάκτησης του αμερικάνικου ονείρου, “παιδιά της πλύστρας”, δεν υπήρξαν;
Αχ, ποιητή μου! Κ ι εσύ “δεν ήθελες”. Κι ας ήσουν, από τα μικράτα σου, πλούσιος. Γι΄αυτό και άξιος!
Δεν θέλω …
Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
Σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο.
Μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.
Δε θέλω του γιαλού το λαμποφέγγισμα,
Που δείχνεται άστρο με του ήλιου τη χάρη.
Θέλω να δίνω φως από τη φλόγα μου,
Κι ας είμαι ένα ταπεινό λυχνάρι.
Γεώργιος Δροσίνης