Θεοδωράκης, Σαββόπουλος, Καραμπελιάς , Ψαριανός. Οι νέοι δωσίλογοι. “Να μη σoυ το φυλάει η μοίρα σου” να καταντήσεις έτσι!

567 Mikis Theodorakis Photos & High Res Pictures - Getty Images

 

 

ο Γιώργος Καραμπέλιας

 

MP Grigoris Psarianos quits Potami, leaving party with three MPs

  Οι  ποιητικές ριπές του Βάρναλη σωριάζουν σε πτώματα  «δωσίλογους»   «Που΄ σαι νιότη πού δειχνες που θα γινόμουν άλλος».  Κι … έγινα παλιάνθρωπος ,συμπληρώνουμε  το στίχο του ποιητή για τις ανάγκες της σημερινής ανάπτυξης.    

 Το ερώτημα είναι πώς και γιατί ο άνθρωπος καταντάει  ένας  Μίκης Θεοδωράκης,  Διονύσης Σαββόπουλος, Γιώργος Καραμπελιάς ,  Γρηγόρης Ψαριανός.  Ενδεικτικά αναφερθήκαμε στην τετράδα.  Λίστα ολόκληρη φτιάχνουν οι ριψάσπιδες ανθρωποκεντρικών ιδεολογιών  που ξεκίνησαν με οράματα ,πίστη στις βασικές, διαχρονικές  και αναλλοίωτες αξίες και καταλήγουν  να κάνουν “χαρακίρι”, να φτύνουν  την ίδια , την πριν ζωή τους . Για να καταλήξουν «άχθος αρούρης»,  σε μόρια έσχατης αποσύνθεσης και  εξαθλίωσης.

΄Εχουνε επανειλημμένα  εδώ αναφερθεί  σε  φαινόμενα ιδεολογικής εξαθλίωσης ,όπως η   περίπτωση  του Μίκη  Θεοδωράκη.  Ο παλιός ιδεολόγος κομμουνιστής,  ο αρχηγός το Λαμπράκηδων  να καταλήγει να προσφωνεί στο Σύνταγμα  τους Χρυσαυγίτες «αδέρφια  μου, Ναζί»!

 Και να ήταν το μόνο του ανοσιούργημα;   Μακεδονομάχος, Τουρκοφάγος , Εβραιοφάγος, ένα  θερμοκέφαλο  “εθνίκιο” σαν το Μιχαλολιάκο! Κι ας το τον  λογάριαζε  για  αντίπαλο . ΄Εφτασε να αγκαλιάσει τον Κωνσταντίνο  στο Τόκιο και χωρίς ίχνος τσίπας  ενώπιον του αρχιαποστάτη και πρωθυπουργού  τότε,  Κων. Μητσοτάκη,  να δηλώνει προκλητικά  και ανερυθρίαστα  πως «σήμερα κάψαμε τους φακέλους μας με το βασιλιά».  Τα έχουμε ξαναπεί, μην τα επαναλαμβάνουμε και “ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι».

΄Ιδια και οι υπόλοιποι εκπρόσωποι στη σημερινή  μας ανάρτησης του δωσιλογισμού  των ιδεολογιών.  Ο  Διονύσης Σαββόπουλος, τάχα μου στα νιάτα του αναρχικός και εκτός συστήματος,  να  τυλίγεται σε στρατόπεδα με την ελληνική σημαία  και να  ομνύει σήμερα στο όνομα του γιου του  πατριάρχη της δυναστείας.    Από κοντά και ο  Γιώργος Καραμπελιάς,  παλιός «συνήθης ύποπτος» ,ακόμα και ως  αρχηγός της 17 Νοέμβρη.  Να υπογράφει φαρδιά –πλατιά, ως Μακεδονομάχος και πρόσφατα να  αποκαλεί αλήτες τους   διαμαρτυρόμενους για την ΄Υβρη που διέπραξε στους νεκρούς των Τεμπών.  Και ο …πολύς, παλιός σοσιαλιστής και ινστρούχτορας  Γρηγόρης Ψαριανός σε κοινή αγανάκτηση  και πόνο ψυχής με τον Πορτοσάλτε ,γιατί «δεν μπορεί  ένα  κωλοτρένο ,γαμώτο, να ρίξει την κυβέρηνση».   ΄Ενα αίσχος, μια  ανείπωτη για συνετούς εξαθλίωση.    

Στην  καλή  ταινία «ο κύκλος των χαμένων ποιητών»  ο «Κάπτεν»- δάσκαλος κάποια στιγμή συμβουλεύει τους μαθητές του  να προσέξουν  να μην έχουν  την τύχη  του «ανθρωπάκου» που, πεθαίνοντας, ανακαλύπτει πως δεν έζησε.  Εμπειρίες, προφανώς,  εννοούσε . Αλλά και συνέπεια, αξιοπρέπεια,  «ανεπαίσχυντα τα  τέλη της ζωής» του    να πετύχει   ο σώφρων  άνθρωπος . Το «πακέτο»   της ζωής εμπεριέχει κι αυτά, πρωτίστως αυτά.  Είναι το παν .

Στα μέρη μας, στην Ανδρίτσαινα της Ολυμπίας και στα  χωριά τριγύρω, είχαμε δυνατό αντάρτικο. Δυο πρωταγωνιστές από τη μια και την άλλη μεριά. Ο Αντώνης Τσιγουρής  από τους πρώτους αντάρτες και στη συνέχεια  βαθμοφόρος, επικεφαλής  στο «Δημοκρατικό στρατό».  Φοιτητής Νομικής με πατέρα που είχε κάνει  περιουσία  στην Αμερική, τα παράτησε όλα και «βγήκε στο βουνό». Μαζί του και ο θείος  μου ο Νιόνιος, αδερφός της μάνας μου, παλικαράκι κι αυτός τότε από την οικογένεια των  Μαλλιαίων, νοικοκυραίοι με  κτήματα, ελαιώνες στον κάμπο και κοπάδια στους λόγγους του Κουφόπουλου. ΄Εκανε  κάτι μήνες μαζί με τον ξάδερφό του  τον Αντώνη αντάρτης,  τα βρήκε μπαστούνια, του έλειπε και η ιδεολογική υποδομή και ένα πρωί “την έκανε” , γύρισε στο χωριό.

Από την άλλη παράταξη, ο Γιώργος  Ζάρας από το Βρεστό.  Μόλις είχαν τελειώσει με τον πατέρα μου το Γυμνάσιο και ψάχνανε για… πρόοδο και προκοπή. «Να γίνουμε παπάδες», ρε Γιάννη, του πιπίλαγε το μυαλό καθημερινά ο Ζάρας του πατέρα μου.   Τούτος από τα μικράτα του είχε στο βιολί  το όνειρό του,   σιγά που θα  γινότανε παπάς. Τελικά ο Ζάρας  πήγε    χωροφύλακας, ανθυπασπιστής  αρχικά και ο πατέρας μου έμεινε  βιολιτζής και   ιδεολογικά αδιάφορος.  

Στη  πορεία, από τους δυο πρωταγωνιστές , ο Αντώνης Τσιγουρής σκοτώθηκε, αφού για ώρες   έδωσε μάχη στο καμπαναριό του Μελιγαλά με ολόκληρο απόσπασμα χωροφυλακής . Ούτε το πτώμα του δε βρήκαν  η μάνα του και η γιαγιά μου ,που πήγαν μετά να ψάξουν.   Ο Γιώργος Ζάρας  εξελίχτηκε σε  ανώτατο αξιωματικό της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής με το βαθμό του Αντιστρατήγου ε.α.  Διετέλεσε, μάλιστα και   βουλευτής του νομού Μεσσηνίας.

Γιατί τα μνημονεύω τα ξαναγραμμένα σήμερα; Για ένα λόγο. Βγαίνει από τις κουβέντες που χρόνια μετά  τα άκουσα από το θείο μου το Νιόνιο. Το έφερε βαρέως  που «λιποτάκτησε» από τους Αντάρτες. Δεν υπήρξε, βέβαια, ποτέ Δεξιός.  Αλλά στα καφενεία της Ανδρίτσαινας, δεν του λέγανε   να καθίσει στο τραπέζι τους να τον κεράσουν καφέ  οι παλιοί σύντροφοι  του Αντώνη και δικοί του στο “βουνό”.  ΄Εφυγε με αυτό το παράπονο!   Ο μπάρμπα  Γιάννης,  ο πατέρας μου, καθόταν άνετα όπου έβρισκε παρέα.  Με  Κουκουέδες και Δεξιούς!

Κανείς δε μένει χωρίς ρυτίδες στην ψυχή. Είναι αλήθεια . Και  θέλει προσοχή, όσο μεγαλώνεις να μην καταντήσεις με τέτοια αναπηρία στο μυαλό.

 Μεγαλώνω. ΄Οσο πλησιάζω  στο   τέλος της ζωής,   « ευχή και κατάρα»  να μην καταλήξω  όνειδος σαν τους  τέσσερεις επώνυμους ριψάσπιδες που μνημονεύσαμε σήμερα,   για να έχουν μόνιμα τη θέση τους στις  μαύρες  σελίδες της ιστορίας . Ούτε «τέλος» σαν τους δικούς μου «επώνυμους»  θα ευχόμουνα.   Το παράπονο του θείου μου του Νιόνιου με στοιχειώνει και με καθοδηγεί.  Τον μπάρμα Γιάννη τον πατέρα μου ,δεν το ξεσυνερίζομαι. “Ποιητική αδεία”!

 

Ας μην  κλείσουμε με  Διοτίμα σήμερα.  Αλλά με τους παρακάτω στίχους. Τους ανεβάσαμε  στην περασμένη  επέτειο του Πολυτεχνείου:   

Στο κορίτσι του  Πολυτεχνείου με  τα χρυσάνθεμα!

ΧΡΥΣΑΝΘΕΜΑ : ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ 25 ΥΠΕΡΟΧΕΣ ΦΩΤΟ

 

Σε αναγνώρισα από το σκαμμένο σημάδι  στα χείλη

την ώρα που πετούσες  τον τριαντάφυλλο    

στο μπρούτζινο κεφάλι της  αυλής.

Εσύ,  από τη φλόγα  που σιγόκαιγε, είπες, 

ακόμα στα  μάτια μου.

 

Εκείνη  τη νύχτα της ντροπής και της   δόξας

σε θυμάμαι σκαρφαλωμένη στα κάγκελα

με μια αγκαλιά χρυσάνθεμα

να ραίνεις απ΄ έξω τους φαντάρους  .  

Η  φωνή σου, τραγούδι, όχι ικεσία

 «αδέρφια μας, στρατιώτες, αδέρφια μας, στρατιώτες,

 δε θα σκοτώσετε τα αδέρφια σας» 

 κόπηκε απότομα.

 Το καπνογόνο έσκασε  πάνω  στο  φιλντισένιο στόμα.

 

Εσύ τι κάνεις;  Με ρώτησες.

 Από τα ξεσκλίδια των ονείρων της νιότης μας

φτιάχνω  τους εφιάλτες των πεταμένων χρόνων,

  μουρμούρισα.  

Και μετά, σιωπήσαμε και οι δυο.

 

Δίπλα στα σκαλιά  ο  “άκαπνος”  έφηβος

με τις γοτθικές γραμμώσεις του τατουάζ στο μπράτσο

 χάζευε  το ανεξίτηλο σημάδι  σου

 της δικιάς μας  ιστορίας.   

 

Αχ κορίτσι, του Πολυτεχνείου με τα χρυσάνθεμα!

΄Αλλο χρόνο ανήμερα δε θα ξανάρθω προσκυνητής.

 Πονάω,  που  εγώ έχω  τώρα πια  ουλές μόνο  στην ψυχή.

(Από τη συλλογή “Μάνα μ΄ σγουρός βασιλικός”, του Νίκου Πασχαλίνου).