Στέφανε Κασσελάκη, Ο Παύλος Πολάκης δεν ειναι ο Κικέρων στη Ρώμη, αλλά ο Λεγεωνάριος στη Δακία

1. “οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι.  ( Επιτάφιος, 2.37.2)

(ἀχθηδόνας προστιθέμενοι της όψει =  ούτε ξινίζουμε τη μούρη μας)

 

2. “Ο βουλευτής απευθυνόμενος σε συνεργάτιδα του υπουργού Υγείας Αδωνη Γεωργιάδη της είπε: «Μη στρίβετε τη μούρη σας, κυρία μου. Σε σας το λέω, έχετε ένα μόνιμο, όχι χαμόγελο, ένα στρίψιμο του στόματος εν είδει απαξίας…». Ακολούθησε η συγγνώμη που ζήτησε εκ μέρους του η βουλευτής Αθηνά Λινού, η οποία μάλιστα ξέσπασε σε κλάματα τονίζοντας ότι «δεν μπορούμε να επιτρέπουμε τέτοια συμπεριφορά, δεν έχει σημασία από ποιον προέρχεται, σε καμία γυναίκα και κανέναν άνθρωπο».

polakis-xr

 

arthrou-linou

***

Για πολλά χρόνια  από το 18 αιώνα (ακόμα και σήμερα) , Ρουμάνοι  και Ιταλοί  βρίσκονται σε εθνικιστικό  πόλεμο   στη διεκδίκηση      της γνήσιας καταγωγής  τους   από τους Ρωμαίους. Ποιoς απο τους δύο λαούς είναι  οι καθαρόαομος , ο διάδοχοι της Ρώμης;

 Και ασφαλώς η γλώσσα είναι το κύριο, ίσως και το μοναδικό και όχι μόνο για τους Ρουμάνους και τους Ιταλούς, στοιχείο   που εξασφαλίζει τη εθνική ταυτότητα κάθε λαού. Κι αυτό, επειδή τα εδάφη αλλάζουνε εύκολα κατόχους από  κατακτητές και εποίκους σε όλους τους αιώνες,

Η σημερινή ιταλική  είναι θυγατέρα της λατινική του Κικέρωνα,  της επίσημης γλώσσας της Ρώμης, όπως ,όμως,  τη διαμόρφωσαν στα νεότερα χρόνια  οι  ηγεμόνες της Ιταλικής χερσονήσου.  Η ρουμάνικη, αντίθετα, είναι η Λατινική των  λεγεώνων, η λαϊκή γλώσσα, η “βουλγάτα”, όπως μιλιόταν  από τις λαϊκές τάξεις της Ρώμης και  τους στρατιώτες στη Δακία.   Και  ασφαλώς  δεν είχε και μεγάλη  σχέση με  τους  ρήτορες και την επίσημη αριστοκρατία της Ρώμης.

 Αυτή η   λαϊκή λατινική     στην κατακτημένη  από τις ρωμαϊκές λεγεώνες  χώρα του Δεκέβαλου, επιβίωσε. Παρέμεινε  με τα ίδια   χαρακτηριστικά στους αιώνες, και μάλιστα ως και τον 17 αιώνα  μόνο προφορική(!) , χωρίς κανένα γραπτό  κείμενο, αλλά και  δίχως  τα φτιασίδια της επίσημης  λατινικής γλώσσας,  η οποία  καταργήθηκε με την  εισβολή των «Βαρβάρων»  και τη διάλυση  της αυτοκρατορίας. Κι αυτό το θαύμα του τρόπου που έμεινε ζωντανή  μια γλώσσα στους αιώνες, επισκιάστηκε από τα φώτα και σκηνικά μιας άλλης, τεχνητής ,κατασκευασμένης   γλώσσας,  όπως  είναι η ιταλική.

Οι ΄Ελληνες, από την άλλη, ταλαιπωρήθηκαν για χρόνια και μέχρι τις ημέρες μας γλωσσικά  με τη χρήση μιας άλλης  τεχνητής γλώσσας, της καθαρεύουσας, που  δεν ήταν παρά ένα κακέκτυπο της κομψής και μορφολογικά μαστορεμένης,  αρχαίας ελληνικής.  Την καθαρεύουσα τη  διαμόρφωσαν , όπως και στην Ιταλία  στα πολυτελή  τους γραφεία  και τα «κουκουβαγεία» οι  καθηγητάδες  του «΄Εθνους».  Και  ειδικά  ο κλήρος ,που επινόησε με τον εκλεκτό του αχυράνθρωπο Κων, Παπαρρηγόπουλο  εκείνο το ανιστόρητο  έκτρωμα  που ο ίδιος το αποκάλεσε  ελληνοχριστιανικό πολιτισμό.

Η λαϊκή ελληνική, από την άλλη, η αποκαλούμενη Δημοτική, δεν ήταν παρά η φυσιολογική εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής,  της ελληνιστικής και βυζαντινής γλώσσας.  Εμπλουτισμένη ,όμως, στους αιώνες, με νέο  λεξιλογικό αίμα που μεταγγίστηκε  από τους λαούς που κατοίκισαν  αυτά τα εδάφη και αναμείχτηκαν με το ντόπιους ,  κυρίως των  Σλαύων,  των  Ενετών  και  των  Τούρκων. Αυτή τη γλώσσα ,όμως, για  χρόνια την περιφρόνησαν,  τόσο η ελληνική ψευτοδιανόηση όσο και το ελληνικό κράτος.

 

 

 

Η εξουσία πάντα για να προσδώσει αίγλη και  ισχύ στην ύπαρξη της, χρειάζεται να  περιβάλλεται από μύθο.΄Ετσι,   ή  θα έχει την άνωθεν (ελέω θεού) εξουσιοδότηση  να  κυβερνά,  ή επινοεί, ανάλογα με τις εποχές ,λογής  τερτίπια   για να διαφοροποιείται από εκείνους που δεν έχουν δικαίωμα να την ασκούν, αλλά να υπακούν.  Τέτοια πονηρά τεχνάσματα ,κομμένα και ραμμένα στα μέτρα της , είναι   τα συντάγματα,  οι νόμοι, οι θεσμοί  οι εκλογές και  ασφαλώς η  γλώσσα στην οποία εκφράζεται και γίνεται  κατανοητός ο χαρακτήρας της επισημότητας και της θείας  προέλευσης της δύναμής της  (στις δημοκρατίες, της λαϊκής  τάχα).

Ο ασκών  εξουσία δεν είναι πρέπον να συμπεριφέρεται γλωσσικά όπως ο υπήκοος.  Η  αντιγραφή της καθημερινής λαϊκής γλώσσας, η χρήση  λέξεων   και  ύφους από τον εκπρόσωπο  της εξουσίας που απάδουν στην επισημότητα της αποστολής του,    είναι απαγορευμένα  δια ροπάλου, διότι του στερούν κύρος και  σεβασμό, απολύτως απαραίτητα στην καλλιέργεια του μύθου.

Ο Παύλος  Πολάκης για παράδειγμα  που κατά γενική ομολογία από το κόμμα του  έχει δίκιο σε όσα λέει, το …χάνει  όμως, και διαγράφεται , γιατί  δε το διατυπώνει  στην επίσημη εκφορά πολιτικού και καθιερωμένου λόγου! Αυτόν, ακριβώς,  που έχει θέσει  ως βασική προϋπόθεση   η  Δημοκρατία  για να πείσει  πως ναι, μεν,   η υπόσταση και   ο  χαρακτήρας της είναι λαϊκός ,  αλλά δεν είναι…λαϊκή, αν αποβάλει τον καλλωπισμό της επίσημης και σοβαρής γλώσσας.

  Δεν πρόκειται απλώς για παράνοια. Αν ήταν τέτοια θα είχε και λόγο κατανόησης. Είναι η μεγάλη απόδειξη της υποκρισίας  της κοινοβουλευτικής και κομματικής ζωής του τόπου.   Το θεαθήναι σε βάρος της ουσίας.

Και για  να έρθουμε στο επίκαιρο θέμα με το εργαζόμενο κορίτσι του ΄Αδωνη. ΄Οταν     σε πολύ ηπιότερη γλώσσα από κείνο το «δεν ξινίζουμε τη μούρη μας»  του Θουκυδίδη ,ο Πολάκης τόλμησε να  ανακαλέσει την αισχρή  συνεργάτιδα του Γεωργιάδη στην τάξη, αντί αυτή η  υπόθεση   να πάρει τη λογική της πορεία, να   εστιαστεί, δηλαδή ,  στην ουσία που δεν είναι οι λέξεις της καταγγελίας, αλλά    το θράσος  αυτής της κυρίας να ειρωνεύεται έναν π. υπουργό, έλαβε, τελικά, άλλη τροπή. Την πήγαν, ακριβώς, εκεί που ήθελαν.

Είναι το νέο ευαγγέλιο  που εδώ  και πέντε χρόνια έγραψε  το καθεστώς   Μητσοτάκη.  Και αναγιγνώσκεται μετ΄ ευλαβείας,   τόσο από τον Αλέξη Τσίπρα, όσο  και από το  νέο  αρχηγό του  ΣΥΡΙΖΑ. Το …σωτηριακό του μήνυμα « οι ένοχοι κατήγοροι  και τα θύματα κατηγορούμενοι»!