ΕΤΣΙ ΤΑ ΒΛΕΠΟΥΝ ΑΛΛΟΙ

 

 Κάπου 10 νομάτοι, παλιοί γνωστοί και φίλοι.  Μας μάζεψε καμιά βδομάδα πριν , ο Κωστής (καλή του ώρα!) στην παλιά  ταβέρνα του  Μπάρμπα Γιάννη στα Εξάρχεια. Εκεί που μαζευόμαστε η ίδια παρέα, σχεδόν κάθε Σάββατο, τη δεκαετία του 80. Μετά χαθήκαμε.

Κάπου, ανάμεσα στα τόσα  που ειπώθηκαν, κάπως το έφερε η κουβέντα και θυμήθηκα  το περιοδικό ΑΓΚΑΘΙ και το Θανάση   Μάνθο. Δε θυμόταν κανείς  στην παρέα ούτε το ένα, ούτε τον άλλο.Κόντεψε να μου έρθει ταμπλάς. Και μιλάμε για “ψαγμένα” παιδιά, και τότε και τώρα.΄Ομως, δεν έτυχε κανείς να πάρει στα χέρια του ένα ΑΓΚΑΘΙ από τα 49 τεύχη που κυκλοφόρησαν, αρχής γενομένης από το 1982.

Δεν υπήρχε περίπτωση να είσαι “διαφορετικός” εκείνα τα χρόνια και να μην είσαι… πιστός και αφοσιωμένος αναγνώστης του Θανάση Μάνθου, που έβγαζε καί έγραφε μόνος του ολόκληρο το ΑΓΚΑΘΙ του μήνα. Μεγαλώσαμε με το καυστικό χιούμορ, τη διεισδυτική ματιά και την αμείλικτη  κριτική του  Μάνθου… επί παντός επιστητού. ΄Ομως, περισσότερο απ΄όλα, η πολιτική, η θρησκεία,  η “τέχνη”, το οπαδιλίκι και προπαντός οι παντός είδους ψωνισμένοι σελέμπριτι όλων των χώρων ,ήταν το… ψωμί του. Πολλοί από μας, φοβάμαι, δε θα είχαμε “ξυπνήσει, αν έλειπε στη νιότη μας   αυτό το περιοδικό, που δεν άφηνε τίποτα  συστημικό και εξουσιαστικό όρθιο.

Σήμερα, δε συναντάς πια τέτοιες “πένες”. Οι περισσότεροι από τους  γραφιάδες, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, ειδικά τώρα,που το διαδίκτυο δίνει τη δυνατότητα στον κάθε κουκουλοφόρο  του πληκτρολογίου, να αυτοαναγορεύεται σε συγγραφέα και μάλιστα ειδικό ,να  “σηκώνει δάχτυλο” και να δείχνει “ενόχους” για εκτέλεση , δεν κάνουν κριτική.  Κι ας νομίζουν ή ας λένε .

Κριτική χωρίς επιχείρημα, χωρίς απόδειξη και προπαντός μη συνοδευόμενη,  η αρνητική, από στοιχεία θετικής αντιπροσφοράς, είναι λίβελος και οχετός. Οι περισσότεροι κρύβουν την ύβρη, την κακότητα-μικρότητα, τη μοχθηρία τους πίσω από την υποτιθέμενη κριτική και την ελεύθερη, τάχα,  έκφαση άποψης. Στην ουσία ασχημονούν, λασπολογούν, φανατίζονται. Και οι πιο πολλοί ασφαλώς (κ)οπαδοποιημένοι σε κόμματικούς σχηματισμούς  και  “μορφώματα”, πάντα κρυμμένοι πίσω από  ψευδώνυμα και πλαστές διαδικτυακές ταυτότητες.

Χρόνια έλεγα να ανεβάσω στο Χόμο, τουλάχιστον κάποια από τα τεύχη του περιοδικού ΑΓΚΑΘΙ. Στο παλιό πατρικό ,πάνω στο “πλυσταριό” της ταράτσας, τα είχα στοιβαγμένα   όλα, και τα 49 .  Η …έξυπνη, η μακαρίτισα η μάνα μου, με το παράλογο και αναπολόγητο άλοθι “τί τη θέλει πια τούτη τη σαπίλα”, όταν έλειπα έξω, μου πέταξε στα σκουπίδια όλο το βιος της παιδικής και εφηβικής μου φιλομάθειας.  Τα αναζήτησα, αργότερα, αλλά δε  βρήκα τίποτα, ούτε καν  Μικρό ΄Ηρωα,ούτε Λούκυ Λουκ, Μίκυ Μάους. Και φυσικά, άφαντα το ΑΓΚΑΘΙ και ο ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ (θα μιλήσουμε για το δεύτερο αυτό  περιοδικό μιαν άλλη φορά).

 ΄Οταν, 5-6 χρόνια πριν, είχα προγραμματίσει να ανεβάσω κείμενα και σκίτσα από το ΑΓΚΑΘΙ, έκανα μια βόλτα στα παλαιοβιβλιοπωλεία στο Μοναστηράκι . ΄Επαθα πλάκα. Μόλις οι μαγαζάτορες άκουγαν ΑΓΚΑΘΙ και Θανάση Μάνθο, γύριζε το μάτι τους. Κι αν τους ρωτούσες-μπορείτε να το βρείτε και  πόσα θα κοστίσει;-  ξερογλείφονταν.΄Ενας μάλιστα μου έκανε θρασύτατα και  το λογαριαμό. ΄Οσα αντύτυπα έβρισκε, που μάλλον δε θα έβρισκε, είπε, πάνω από 2-3, ασυζητητί, χωρίς παζάρια ,θα μου τα χρέωνε  κάπου  100-200 ευρώ το τεύχος!

΄Ετσι, εγκατέλειψα την προσπάθεια αναζήτησης  του χαμένου πια και αγαπημένου εκείνου περιοδικού. Και φυσικά δεν έγινε ποτέ η προγραμματισμένη  παρουσίαση της ύλης του, που ,όπως είπαμε, έγραφε  μόνος του ο πολύς Θανάσης Μάνθος, στη “γειτονιά τον αγγέλων”  τώρα πια, από τα 47 του χρόνια.

Βάζουμε ένα παλιότερο κείμενός  μας εδώ για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλιότεροι το ΑΓΚΑΘΙ μας και το Θανάση Μάνθο.

ΕΤΣΙ ΤΑ “ΒΛΕΠΟΥΝ”ΑΛΛΟΙ
                                10-4-2011
 Αναδημοσίευση από το μπλογκ “ΚΩΛΟΤΡΙΧΕΣ” (6/9/2009)
Σε θυμήθηκα σήμερα το πρωί. Είπα να πληκτρολογήσω το όνομα σου στο google να δω τι έχεις απογίνει. Άλλωστε εδώ μέσα όλα τα κείμενα μου μυρίζουν “Αγκάθι” και Θανάση Μάνθο. Σοκαρίστηκα όταν είδα ότι “έφυγες” στα 47 από την καρδιά σου το Μάη του 2003. Δεν το ήξερα και ντρέπομαι. Ήθελα να σου αφιερώσω ένα ποστ κάποια στιγμή γιά ΄σένα και το περιοδικό σου. Δυστυχώς το κάνω τώρα κάτω από δυσάρεστες συνθήκες.
Εσύ με μεγάλωσες ρε Θανάση και το περιοδικό σου το “Αγκάθι”. Όταν το σταμάτησες σχεδόν έπεσα σε κατάθλιψη. Περίμενα πως και πως να βγεί ο μήνας να έρθει το επόμενο τεύχος. Γελούσα απίστευτα με τα κείμενα σου, παθιαζόμουν με τον ανατρεπτισμό που σε διέκρινε και την μόνιμη διάθεση γιά αποδόμηση των πάντων.
Να είσαι καλά Θανάση, θα σε θυμάμαι μέχρι τη στιγμή που θα έρθω να σε βρω. Σου αφιερώνω ένα υπέροχο κείμενο, το πρώτο και μοναδικό που μου έβγαλε το google από το οποίο έμαθα ότι πέθανες. Είναι του Δημήτρη Βεριώνη στην εφημερίδα Εποχή και θα ήθελα να το έγραφα εγώ :
Τον περασμένο Μαΐο έφυγε από κοντά μας, στα 47 του χρόνια, ο Θανάσης Μάνθος. Η είδηση (με εξαίρεση το περιοδικό ΜΕΤΡΟ, στο οποίο και εργαζόταν) πέρασε στα μονόστηλα, στα βάθη των εφημερίδων, δίπλα στα τηλεοπτικά προγράμματα ή στην τρέχουσα εγχώρια ειδησεογραφία. Αμφιβάλλω αν ειπώθηκε το παραμικρό στα τηλεοπτικά κανάλια, εκεί όπου οι ειδήσεις είναι ένα διάλειμμα πριν τις διαφημίσεις και μείζον θέμα το κους κους των ινδαλμάτων με κάρτα αλλαγής.
Όμως, εμείς οι φίλοι και αναγνώστες του ξεχωριστού αυτού γραφέα ξέραμε ποιος ήταν ο Θανάσης Μάνθος.Ο Θανάσης Μάνθος γεννήθηκε στην Κορώνεια Λιβαδειάς στις 28 Φεβρουαρίου του 1956 και ήρθε στην Αθήνα μετά το εξατάξιο- τότε- γυμνάσιο. Άρχισε να γράφει σε περιοδικά όπως το “Φαντάζιο”, το “Μουσικό Εξπρές”, την “Τρέλα”, ενώ πολλοί τον θυμούνται από τα άρθρα του στο “Ποπ και Ροκ”. Τα κείμενά του είχαν φανατικούς φίλους και πολέμιους. Ήταν πάντα στην κόψη του ξυραφιού, απαιτητικά, σαρκαστικά, παθιασμένα! Θέμα τους η μουσική; Μάλλον η ζωή σου και η ζωή μου θα έλεγα.
Στα τέλη του 1982, κάνει την εμφάνισή του στα περίπτερα ένα νέο περιοδικό με τον τίτλο “Αγκάθι”. Αυτό ήταν το πραγματικό “παιδί” του Μάνθου: Αυτοπροσδιοριζόταν ως “μηνιαίο, ειρωνικό, σαρκαστικό, αμπλαούμπλα περιοδικό”. Όλα τα κείμενα ήταν δικά του (με εξαίρεση αποσπάσματα από βιβλία ή κάποια κείμενα και γράμματα αναγνωστών), με το ιδιότυπο χιούμορ του, τη διεισδυτική ματιά του, το ρομαντισμό του, την προσήλωσή του στο όραμα ενός πραγματικά ελεύθερου κόσμου, την ποίησή του, το ανατρεπτικό του πνεύμα, τη φαντασία του, την ανελέητη κριτική του σε μια Ελλάδα που καυχιόταν για περισσότερα από όσα ήταν, σε ένα εικονικό κόσμο που αργά-αργά μετατρεπόταν σε αυτό που έγινε τώρα…
Ο Μάνθος μέσα από τις σελίδες του περιοδικού κατέλυε έναν-έναν τους κανόνες της συμβατικής δημοσιογραφίας, γράφοντας με την αμεσότητα της κουβέντας δύο φίλων και την ποιότητα της ποιητικής έκφρασης. Κι όσο για τη σάτιρα; Φανταστείτε τους υποψήφιους δημάρχους της Αθήνας σ’ ένα ντιμπέιτ όπου παρεμβαίνει ο… Οβελίξ, φωτορομάντζα με “πειραγμένα κείμενα”, ξεκαρδιστικές “συνεντεύξεις” με τους εγχώριους “σταρ”, φωτομοντάζ, διαφημίσεις για… ανύπαρκτα προϊόντα. και ούτω καθεξής! Άλλωστε, κι ο δαίμων του τυπογραφείου λεγόταν “Μήτσος”!
Ο ίδιος ο Θανάσης θεωρούσε πως ότι είχε να πει το είπε μέσα από το ΑΓΚΑΘΙ. Και για μια ολόκληρη γενιά, ο Θανάσης Μάνθος είπε πάρα πολλά…Και μη νομίσει κανείς πως το “Αγκάθι” ήταν ένα έντυπο μικρής δυναμικής: Είχε αρκετές χιλιάδες αφοσιωμένους αναγνώστες, πού έβρισκαν βήμα, αδερφή ψυχή και όνειρο στις σελίδες του. Κάθε μήνα τα γράμματα έφταναν σακούλες, γεμάτα ποίηση, αγάπη, κριτική. Οι αναγνώστες σχεδόν τον είχαν ηρωοποιήσει στον μυαλό τους και όταν τον συναντούσαν στο δρόμο (ακόμα και πολλά χρόνια μετά τις ημέρες του Αγκαθιού), του μιλούσαν με αγάπη, πάθος και νοσταλγία. Και ο Θανάσης το χαιρόταν. Σα μικρό παιδί…
Ο Μάνθος δεν άφησε την εξουσία σε χλωρό κλαδί… Είτε μέσα από τη σάτιρα του, είτε μέσα από την κριτική του, ξεσκέπαζε τις δομές και τα σχέδια της.Φυσικά και οι μηχανισμοί της εξουσίας ανταπέδιδαν με λυσσασμένα χτυπήματα κάτω από τη μέση: Θυμάμαι χαρακτηριστικά την καταδίκη του για το φωτοσύνθεση με τον Σαββόπουλο ως θείο βρέφος στην αγκαλιά της Παναγίας και την απάντηση σε γράμμα αναγνώστη περί θεού ή τις απειλές για διακοπή της ατέλειας χάρτου με το πρόσχημα ότι το ΑΓΚΑΘΙ ήταν… πορνογραφικό περιοδικό! Θυμάμαι και την αντίδραση του Θανάση “Επιτέλους, μας κάνανε μήνυση!”
Στη δίκη για το φωτομοντάζ, καταλυτική υπήρξε η κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης, γνωστού συγγραφέα και δημοσιογράφου Νίκου Ζερβονικολάκη, η οποία και υπήρξε και η αφετηρία μιας μακροχρόνιας φιλίας. Το “Αγκάθι” ήταν μια ενοχλητική μύγα στο σβέρκο των καρεκλοκένταυρων και έπρεπε να βγει εκτός μάχης…
Οι συνεχείς “παρεμβολές” δεν αποδυνάμωσαν τον Μάνθο, αντίθετα τον πείσμωσαν και με την πάροδο των τευχών, γινόταν όλο και πιο δηκτικός, ασυμβίβαστος και επιθετικός… Με άρθρα όπως το “Κατά Μάνθον Άθλιο Ευαγγέλιον”, το “Κουφάλαιο”, το “Η Ελλάδα Είναι Μια Ξένη Χώρα” και το “Ακανθινό”, με ποίηση υψηλής αισθητικής, με κείμενα αστεία ή σοβαρά, ο Μάνθος είχε να αντιπαραθέσει την ψυχούλα του κόντρα στους μηχανισμούς, στη μοναξιά, στην απαξίωση. Η εξουσία, ο στρατός, η εκκλησία, τα κόμματα, οι “φορείς”, οι “καλλιτέχνες” πέρασαν δύσκολες μέρες! Τα γραπτά του ήταν ανοιχτές επιστολές στη φαντασία μας, στην αγνότητά μας…
Όποιος μπορούσε να δει, έβλεπε: Ο Θανάσης ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος. Μαχόταν χωρίς κέντρα εξουσίας πίσω του, ήταν οραματιστής, αλλά για μένα και πολλούς άλλους, ήταν κάτι παραπάνω: Ήταν παιδαγωγός (αν και φαντάζομαι στον ίδιο δεν θα άρεσε αυτός ο χαρακτηρισμός). Η κρίση μου, η βιοθεωρίες μου, το χιούμορ μου σχηματίστηκαν εν πολλοίς από το ΑΓΚΑΘΙ. Οφείλω παραπάνω από ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Θανάση…
Τον Θανάση τον δεχόσουν ή τον απέρριπτες όπως ήταν: Λάτρευες τα κείμενά του ή έφευγες τρέχοντας. Οι στήλες αλληλογραφίας ήταν γεμάτες από αγάπη αλλά και έχθρα. Και ο ίδιος αγαπούσε ή μισούσε παθιασμένα. Δεν ήταν αδιάφορος, δεν ήταν δημοσιοσχεσίτης, δεν ήταν “επαγγελματίας”. Είχε πάντα τα ίδια είδωλα, την ίδια μοναδική προσήλωση στις αρχές του. Ήταν ανατρεπτικός, καυστικός, θερμοκέφαλος, τρυφερός, ρομαντικός, μποέμ. Έξω από την εποχή του αλλά ακριβώς απέναντί της, με τις αισθήσεις πάντα ανοιχτές. Ο Θανάσης ήταν έξω από ΚΑΘΕ εποχή…
Το ΑΓΚΑΘΙ άντεξε για 49 τεύχη… Έκλεισε πριν γίνει ρουτίνα για τον Θανάση, πριν μεταμορφωθεί από πνευματικό του παιδί σε “επαγγελματική στέγη”… Θυμάμαι πως κάθε φορά που πήγαινα στο περίπτερο για να το αγοράσω, είχα τον φόβο του τελευταίου τεύχους, αυτού ακριβώς που αναγραφόταν στο εξώφυλλο τον Ιούνιο του 1987… Το κενό ποτέ δεν αναπληρώθηκε…
Ομολογώ πως μετά έχασα τα ίχνη του Μάνθου, από εκεί και ύστερα τον “συναντούσα” σποραδικά σε κάποια σκόρπια αρθρογραφία. Την άνοιξη του 1998, ένα και μοναδικό νέο τεύχος του “Αγκαθιού” έκανε την εμφάνισή του στα περίπτερα (και εμάς, τους παλιούς του αναγνώστες, ευτυχισμένους!). Ένα τεύχος που έγινε με αγάπη, σε μια ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του Θανάση. Ένα τεύχος που ήξερε πως θα ήταν ένα και μοναδικό, χωρίς συνέχεια, κάτι σαν κλείσιμο του ματιού σε όλους μας!
Τοποθετήθηκε λοιπόν στα περίπτερα χωρίς καμία διαφήμιση και ω του θαύματος, πήγε πολύ καλά! Τα καλά νέα είναι πως κάποια κείμενα του Θανάση Μάνθου πρόκειται να επανεκδοθούν! Δεν είναι ακόμα βέβαιο το “ποια” ή το “πότε”, όμως σύντομα θα τα δούμε στις προθήκες των βιβλιοπωλείων! Αμήν!Δυστυχώς τον συνάντησα για τελευταία φορά στα θλιβερά μονόστηλα, αυτά που έλεγαν πως έφυγε στον ύπνο του, στις 4 του Μαΐου που μας πέρασε…Τότε που έφυγε ένας ελεύθερος άνθρωπος…
Ο Θανάσης Μάνθος αναπαύεται στο νεκροταφείο του Βύρωνα, λίγα μέτρα μακριά από τον πατέρα μου και συχνά πυκνά επισκέπτομαι τον τάφο του. Είναι προφανώς το ελάχιστο που μπορώ να κάνω. Ελάχιστο χρέος. Ευχαριστώ ολόψυχα τη Μαρία Παναγιώτου για τις πληροφορίες, τη βοήθεια και το χρόνο που μου διέθεσε.