Η “ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΒΑΝΙΑ” ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ…ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

 

 

«Μεγάλη Αλβανία» …ονειρεύεται ο ιστορικός Κότσο Ντανάι

Ο Αλβανός ιστορικός Κότσο Ντανάι επανέρχεται στο θέμα της «Μεγάλης Αλβανίας» ζητώντας από τις κυβερνήσεις των γειτονικών χωρών να επιτρέψουν τη δημιουργία της.

Σύμφωνα με τα σερβικά ΜΜΕ ο Ντανάι έστειλε επιστολή στις κυβερνήσεις του Μαυροβουνίου, της Σερβίας, της ΠΓΔΜ και της Ελλάδας με την οποία ζητάει να παραχωρήσουν εδάφη των χωρών τους «για να επιτευχθεί η ένωση όλων των Αλβανών».

Το πλήρες κείμενο της επιστολής απέστειλε ο Ντανάι στην εφημερίδα «Dan» του Μαυροβουνίου και το αναδημοσιεύει το σερβικό πρακτορείο ειδήσεων BETA.

Στην επιστολή αυτή ο Ντανάι δηλώνει αντιφασίστας γι αυτό και απορρίπτει, όπως αναφέρει, τον όρο «Μεγάλη Αλβανία» και μιλάει για τη δημιουργία της «Φυσικής Αλβανίας» ως «αποτέλεσμα του δικαιώματος, των Αλβανών που ζουν στις γειτονικές χώρες, στην αυτοδιάθεση».

Ο Ντανάι ισχυρίζεται μάλιστα ότι «η διεθνής κοινότητα, επιθυμώντας την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή, αρχίζει πλέον να κατανοεί την ανάγκη ένωσης όλων των Αλβανών σε ένα κράτος». Εκτιμά δε ότι με την ύπαρξη της «Φυσικής Αλβανίας» θα δημιουργηθεί, γεω-στρατηγικά, μία νέα τάξη πραγμάτων.

O Κότσο Ντανάι   μάλλον  πάει να  μας πιάσει…κώτσους μ΄αυτά που λέει. Αλλά, δεν είναι εύκολο.  Μόνο  αφελείς,  εθνικιστές σαν ελόγου του και ανιστόρητους μπορεί να πείθει. ΄Εχουμε, λοιπόν, και λέμε.

Ούτε Μεγάλη, ούτε φυσική Αλβανία υπάρχει, ούτε υπήρχε ποτέ.  Αν βλέπει τέτοια Αλβανία, μάλλον διαβάζει την ιστορία από την… ανάποδη . Και δεν είναι καινούρια αυτά που γράφει ο Ντανάι. Ο Αλβανισμός-αλυτρωτισμός των Αλβανών είναι πολύ παλιός. Η Μεγάλη Αλβανία δεν είναι παρά ένα ανιστόρητο κατασκεύασμα που ενισχύθηκε κατά την εποχή Χότζα  και  καλλιεργήθηκε ακόμα περισσσότερο στη  σημερινή, μετακομμουνιστική Αλβανία.

Αν  κάθε  λαός πιστεύει πως όπου κατοίκησαν (ειρηνικά ή με κατακτήσεις) εκείνοι που τους θεωρεί προγόνους του,  είναι και δικιά του πατρίδα, τότε οι ΄Ελληνες θα έπρεπε να κατέχουν το …μισό γήινο ημισφαίριο. ΄Οσο για τους Αλβανούς  θα έπρεπε σύμφωνα με αυτή τη θεωρία να έχουν προ πολλού παραχωρήσει αμαχητί τα σημερινά εδάφη τους στη Ελλάδα, αφού, πριν κι από τους Ιλλιριούς, αυτόχθονα ελληνικά-ηπειρωτικά φύλα κατοικούσαν και δραστηριοποιούνταν στις περιοχές εκείνες .

Αστεία πράγματα,που μπορεί να τα ισχυρίζονται αστείοι άνθρωποι,σαν τον Κότσιο Ντανάι. Η πραγματική ιστορία,όμως, αρνείται να υποταχθεί και να εξυπηρετήσεις εθνικιστικές σκοπιμότητες.

Βέβαια, οι αθλιότατοι  εθνικιστές, Αλβανοί “ιστορικοί” δεν είναι ούτε χειρότεροι ούτε καλύτεροι από τους στρατευμένους συναδέλφους τους σε όλες τις χώρες . Σε παλιότερο κείμενό μας στις  ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ γράφαμε για την εθνικιστική  Ιστορία(αποσπάσματα) :

 

ΟΙ ΜΥΘΟΙ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΙΤΟΡΙΑΣ
5/11/2009
Οι  εθνικές «ιστορίες» στο σύνολό τους  είναι περισσότερο μια (στην υπερβολή τoυς) παραληρηματική  αφήγηση φαντασιακών  ηρωισμών και αρετών της φυλής και των «προγόνων», που έχει ως  σκοπό την έξαρση του εθνικού φρονήματος των ιθαγενών-απογόνων,  παρά ιστόρηση  και μάλιστα κριτική των πραγματικών γεγονότων του «εθνικού βίου». Υπ΄αυτή την έποψη, οι συγγραφείς τέτοιων κειμένων υπηρετούν το είδος του λόγου, που ονομάζεται λογοτεχνία μάλλον και σε καμιά περίπτωση την Ιστορία. Από την απώτατη αρχαιότητα, το έπος Γιλγαμές των Σουμερίων, η Παλαιά Διαθήκη των Εβραίων, τα Ομηρικά έπη, ανήκουν σε αυτό ακριβώς το  λογοτεχνικό είδος, που αναφέραμε και υπήρξαν για αιώνες οι βασικές «ιστορικές πηγές» για πολλούς αρχαίους ιστορικούς , όπως για παράδειγμα ο ΄Ομηρος για τον «πατέρα της επιστημονικής Ιστορίας» Θουκυδίδη.
 Η απόπειρα αφάνισης  αυτού του ιστορικού μορφώματος είναι από τα δυσκολότερα εγχειρήματα του ιστορικού απανταχού της γης .Ο «αστράτευτος» ιστορικός, στην προσπάθειά του αυτή, δεν έχει να αντιπαλέψει μόνο με μια κυρίαρχη και μάλιστα εθνικιστική  ιδεολογία, την οποία η εκάστοτε «εθνική εξουσία» συντηρεί  με «νύχια και δόντια» ως θεσμό, αλλά και με τη στερεότυπη και εδραία αντίληψη   της «μάζας» περί της εθνικής της υπεροχής  έναντι των άλλων εθνών και επομένως και περί της υπεροχής της εθνικής της «ιστορίας» έναντι των άλλων.*
 Αυτά τα εθνικά «ευαγγέλια» δεν επιδέχονται ουδεμιάς μεταβολής ούτε καν στα τυπικά τους κεφάλαια.  Το κοινό των εθνών ηδύνεται και μεγαλύνεται από την ανάμνηση των «ιστορικών» του μύθων  και έχει διδαχθεί πως αυτός ακριβώς είναι και ο σκοπός της Ιστορίας: Η υπόμνηση και η έξαρση των αρετών και των ηρωισμών  των προγόνων. Η αληθινή ιστορία του έθνους δεν ενδιαφέρει το πλήθος-εθνική αγέλη και δεν το αφορά. Χωρίς αυτή τη χλιδάτη διακόσμηση της εθνικής  μυθιστοριογραφίας ,η Ιστορία που λειτουργεί ως εθνικός καθρέφτης για κάθε λαό, είναι μια απαίσια, τιμωρητική μνήμη, Και όποιοι επιχειρούν να  εκριζώσουν το ιστορικό αυτό εξάμβλωμα, αυτόματα στο εθνικό ασυνείδητο κωδικοποιούνται ως προδότες ,εθνικοί μειοδότες και συνήθως υποκινούμενοι από ξένους…δαχτύλους.
 *Οι Γάλλοι (ποσοστό 89%!)  αισθάνονται υπερήφανοι για την καταγωγή τους.Οι αριστεροί,μάλιστα,σε ποσοστό 85%. Η Ανιές Πουαριέ,μια από τις πιο γνωστές Γαλλλίδες συγγραφείες,σε ένα “ντελίριο” εθνικισμού, δήλωσε μεταξύ των άλλων: “…Και μη μου θυμίσει κανείς τη Μασσαλιώτιδα,γιατί θα ξεσπάσω σε κλάματα”.(πηγή, ΜΜΕ)

 

 

 Και  να επανέλθουμε στο θέμα της…Μεγάλης Αλβανίας. Οι σημερινοί ΄Αλβανοί, λοιπόν,  κατοικούν σε ένα από τα  εδάφη της μεγάλης σε έκταση  περιοχής στα δυτικά της Βαλκανικής χερσονήσου  που κατοικούσαν στην αρχαιότητα οι  φυλές  των ιλλυριών.

Για τους Ιλλυριούς γράφουμε στην εργασία μας με τίτλο Ο ΕΚΛΑΤΙΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ(ΕΥΡΩΠΗΣ):

 

H επέμβαση της Ρώμης στη Βαλκανική (Ευρώπη) και οι πρώτες κατακτήσεις της επί του εδάφους της Χερσονήσου.

 Οι Ιλλυριοί σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς,κατοικούσαν από το Γένουσο ποταμό μέχρι το άλλο άκρο της Βαλκανικής. Στη σύγχρονη ιστοριογραφία, Ιλλυριοί θεωρούντια οι φυλές μεταξύ των Χαόνων της Ηπείρου και των Λιβούνων.Οι Αλβανοί φαίνεται να είναι  απόγονοι των Ιλλυριών στα Βαλκάνια.
Στη θάλασσα της Αδριατικής και του Ιονίου πελάγους οι ΄Ελληνες από την απώτατη αρχαιότητα είχαν αναπτύξει πλούσια και αποκλειστική εμπορική δραστηριότητα. Οι Ρωμαίοι κατά τα πρώιμα χρόνια της ιστορίας τους (6ος πριν από την αποδεκτή χρονολογία-π.α.χ) ,δεν απειλούν με τις εμπορικές τους δραστηριότητες τους ΄Ελληνες. Αλλά και μετά το 2ο π.α.χ αιώνα, που θα εμφανιστούν οι πρώτοι Ρωμαίοι έμποροι και πάλι δε αποδεικνύονται ικανοί να υπερκεράσουν τους ΄Ελληνες ναυτικούς στην Αδριατική και το Ιόνιο.
Αυτή την κατάσταση έρχεται να διαταράξει η εμφάνιση των ληστρικών επιδρομών των Ιλλυριών εναντίον των Ελλήνων εμπόρων πρώτα και αργότερα και κατά των Ρωμαίων.Οι Ιλλυριοί φαίνεται να διδάχτηκαν τη ναυτική τέχνη από τους ΄Ελληνες,αλλά προτίμησαν, αντί του νόμιμου εμπορίου (όπως η νομιμότητα της εποχής το επέβαλε), να εκτρρέψουν τις ναυτικές ικανότητές τους σε πειρατείες και ληστρικές πράξεις.
Αρχικά οι ΄Ελληνες ζήτησαν τη βοήθεια του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου του Πρεσβυτέρου, για να αντιμετωπίσουν τις επιδρομές των Ιλλυριών,ο οποίος και ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά τους, με αποτέλεσμα οι πειρατές ,προς στιγμήν, να αναχαιτιστούν. Αργότερα, ξανάρχισαν τις επιδρομές και οι ΄Ελληνες ζήτησαν τη συνδρομή των Μακεδόνων βασιλέων και ένα διάστημα και από τον Πύρρο της Ηπείρου.΄Οσο οι πόλεις αυτές ήκμαζαν,πρόσφεραν άμεση βοήθεια στις ελληνικές αποικίες και τους ΄Ελληνες εμπόρους, καταδιώκοντας τους Ιλλυριούς και τιμωρώντας αυτούς σκληρά, οσάκις συνελάμβαναν ομοφύλους τους.
Επί Αντιγόνου Γονατά, όμως, οι Ιλλυριοί,που έχουν ήδη δημιουργήσει κράτος υπό έναν ηγεμόνα,θα κληθούν από τους Μακεδόνες να τους βοηθήσουν  στην πολιορκία της συμμάχου της Μακεδονίας πόλης  Μεδιωνίας από τους Αιτωλούς. Οι Ιλλυριοί πράγμαται νικούν τους Αιτωλούς και επιστρέφουν στη χώρα τους με πολλά λάφυρα. Από εδώ και μετά, θα οργανώσουν καλύτερα τις πειρατείες τους και θα συνεχίσουν σκληρότεροι τις ληστρικές τους επιδρομές, ως επίσημο κράτος τώρα πια,για να εξελιχθούν σε φόβο και τρόμο ολόκληρης της Αδριατικής και των γειτονικών περιοχών.
Το 230 π.α.χ, οι Ιλλυριοί θα καταλάβουν και θα καταστρέψουν την πόλη της Ηπείρου Φοινίκη.Μετά από αυτή τη  επιτυχία τους, θα αποθρασυνθούν εντελώς και θα καταστούν η μεγαλύτερη απειλή των κατοίκων της Αδριατικής και των εμπόρων, Ελλήνων και Ιταλών, οσάκις έπλεαν στη θάλασσα. Η ρωμαϊκή σύγκλητος, θορυβημένη από τη θρασύτητα των Ιλλυριών, θα αποστείλει πρεσβεία στην αντιβασίλισσά τους Τεύτα και στον Σκερδίλαιδο, αδελφό του λίγο πριν αποθανόντος βασιλιά ΄Αγρωνα,και θα ζητήσει να σταματήσουν τις πειρατείες. Οι Ιλλυριοί,όχι μόνο δεν αποδέχτηκαν τις προτροπές των Ρωμαίων,αλλά και παραβιάζοντας τους κανόνες υποδοχής και φιλοξενίας επίσημης ξένης αντιπροσωπίας, κατέσφαξαν ένα μέλος της ομάδας των Ρωμαίων πρεσβευτών και λίγο μετά θα επιτεθούν στην Επίδαμνο και θα καταλάβουν την Κέρκυρα. Το νησί από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της Αδριατικής και του Ιονίου, στο οποίο ζούσαν και πολυάριθμοι Ρωμαίοι, κυρίως έμποροι, αντιμετώπισαν τον έσχατο κίνδυνο και ζήτησαν αρχικά βοήθεια από τους Αχαιούς και τους Αιτωλούς.Οι Ιλλυριοί, όμως, εύκολα συνέτριψαν τη βοήθεια που έστειλα οι νότιοι ΄Ελληνες στην Κέρκυρα και οι Κερκυραίοι ανγκάστηκαν να στραφούν στη Ρώμη και να ζητήσουν βοήθεια για την αντιμετώπιση των επιδρομέων. Η σύγκλητος αδράνησε προς στιγμήν και όταν αργότερα αποφάσισε να αποστείλει στρατιωτική βοήθεια,οι Ιλλυριοί είχαν ήδη επιτύχει την παράδοση της φρουράς της Κέρκυρας και από κεί προχώρησαν εκ νέου στην πολιορκία της Επιδάμνου.
΄Οταν οι Ιλλυριοί θα πληροφορηθούν,όμως,πως ικανές στρατιωτικές δυνάμεις στάλθηκαν από τη Ρώμη και κατευθύνονταν στην Κέρκυρα,θα λύσουν αμέσως την πολιορκία ης Επιδάμνου και θα αναχωρήσουν. Οι Ρωμαίοι με διακόσια πλοία υπό τον ύπατο Γνάιο Φουλούιο, είκοσι χιλιάδες πεζούς και δύο χιλάδες ιππείς υπό τον ύπατο Αύλο Ποστούμιο,φτάνουν αρχικά στην Κέρκυρα.Το νησί θα τους υποδεχτεί με ενθουσιασμό.Οι Ρωμαίοι,αφού θα τοποθετήσουν φρουρές στην πόλη θα κατευθυνθούν στην Απολλωνία,οι κάτοικοι της οποίας θα τους αποδεχτούν ως σωτήρες και προστάτες.Λίγο μετά, οι ρωμαϊκές δυνάμεις θα πορευτούν στην Επίδαμνο,την οποία οι Ιλλυριοί είχαν ήδη εγκαταλείψει και θα συνάψουν συνθήκες φιλίας και συνεργασίας με την πόλη.
Συνεχίζοντας την επέλασή τους οι Ρωμαίοι θα στραφούν στο εσωτερικό της Ιλλυρίας και, αφού υπέταξαν τους Αρδιαίους και δέχτηκαν αντιπροσωπία των Παρθίων και των Αντιντάνων(1) για σύναψη συνθήκης φιλίας, βάδισαν προς την πολιορκημένη από τους Ιλλυριούς ΄Ισσα. Οι Ρωμαίοι εύκολα θα λύσουν την πολιορκία της πόλης, θα διασκορπίσουν τους επιδρομείς και θα συνεχίσουν την επέλασή τους, καταλαμβάνοντας πολλές πόλεις των Ιλλυριών. Η Τεύτα και ελάχιστοι στρατιώτες της μετά βίας θα διασωθούν, καταφεύγοντας στην πόλη Ρίζωνα και λίγο μετά η αλαζονική ηγεμόνας θα αναγκαστεί να δεχτεί σκληρούς όρους συνθήκης, σύμφωνα με την οποία: 1.Οι Ιλλυριοί δέχονταν να πληρώσουν όλους τους φόρους που τους επιβλήθηκαν.2. Συμφώνησαν να εγκαταλείψουν ολόκληρη την Ιλλυρία, πλην λίγων τόπων και να μην πλέουν πια τα ιλλυρικά πλοία περισσότερα από δύο και εξοπλισμένα,κάτω από τη Λισσό.
Με την ήττα των Ιλλυριών και την ολοσχερή εξολόθρευσή τους η γαλήνη επιστρέφει στην ευρύτερη περιοχή και οι έμποροι ελεύθεροι πια κινούνται μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας.΄Ομως, οι Ρωμαίοι με την απόβαση στρατιωτικών δυνάμεων για πρώτη φορά στη Βαλκανική για τη συντριβή των Ιλλυριών,σχεδόν αμαχητί και με ισχυρό πρόσχημα της κατακτητικής τους πολιτικής την αίτηση για βοήθεια από τους ίδιους τους κατοίκους της Χερσονήσου,καταφέρνουν να επιβάλουν την κυριαρχία τους σε μια ζώνη αρκετά ευρύχωρη, κατ΄εξοχήν παραλιακή, η πληθυσμιακή σύνθεση της οποίας είναι ΄Ελληνες κάτοικοι αποικιών,άλλη γηγενείς  (φύλα κυρίως Ηπειρωτικά) και φυσικά πληθυσμοί των Ιλλυριών,που κατακτήθηκαν από τους Ρωμαίους.
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως οι κάτοικοι της κατακτημένης αυτής Βαλκανικής ζώνης στην πλειοψηφία τους θα δεχτούν όχι μόνο οικειοθελώς τους κατακτητές,αφού ζήτησαν τη βοήθειά τους,αλλά θα συνάψουν με τους νικητές συνθήκες φιλίας και αναγνώρισης των Ρωμαίων,ως σωτήρες ,προστάτες τους.
Αντίθετα με τη νοτια Ελλάδα αλλά και με τις βόρειες περιοχές τη Χερσονήσου (Μακεδονία, Παννονία, Μοισία, Δακία),που οι Ρωμαίοι θα τις υποτάξουν μετά από πολύχρονους και αιματηρούς αγώνες,οι πρώτες  κατακτημένες περιοχές της Βαλκανικής,θα προσκαλέσουν οι ίδιες τους Ρωμαίους στα εδάφη τους και θα συνάψουν μαζί τους μακρόχρονες συνθήκες φιλίας και συνεργασίας.