«Μετανιώνω μόνο γιατί έκανα αυτό το τεχνικό λάθος. Για τίποτα άλλο. Και να με καταδικάσετε, που θα με καταδικάσετε δηλαδή, δεν αλλάζει τίποτε. Άλλωστε η φυλακή είναι ένα σχολείο για κάθε κοινωνικό επαναστάτη, αφού δοκιμάζεται η ψυχική του αντοχή. Και αν αντέξει, μετά πιστεύει περισσότερο σε αυτά για τα οποία φυλακίστηκε».
Με τα συγκεκριμένα λόγια απολογήθηκε ο Νίκος Μαζιώτης ενώπιον του δικαστηρίου για την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού το 1997 στο υπουργείο Ανάπτυξης. Τα συγκεκριμένα λόγια καθρεφτίζουν και τον ψυχισμό ενός εγκληματία που αποτελεί διαχρονικό πονοκέφαλο για την ελληνική αστυνομία. Έναν εγκληματία που δε μοιάζει σαν όλους τους άλλους και διεκδικεί την πατρότητα αρκετών «ορφανών» χτυπημάτων.
Δεν ήταν ωστόσο η πρώτη φορά που ο αναρχικός Νίκος Μαζιώτης βρίσκεται ενώπιον του δικαστηρίου. Το 1990 δηλώνει ολικός αρνητής στράτευσης και αρνείται να υπηρετήσει τη στρατιωτική και κάθε είδους εναλλακτική θητεία. Δικάζεται από το στρατοδικείο το 1991 και φυλακίζεται τέσσερις μήνες. Το 1992 συλλαμβάνεται ξανά. Πραγματοποιεί απεργία πείνας 51 ημερών και αποφυλακίζεται.
Χρόνια αργότερα, η Στρατολογική Υπηρεσία Κεντρικής Μακεδονίας του ΓΕΣ έστειλε επείγον τηλεγράφημα στο Αστυνομικό Τμήμα των Εξαρχείων, ζητώντας από τους αστυνομικούς να ενημερώσουν τον Μαζιώτη για θέματα θητείας και καλώντας τον να παρουσιαστεί στο Τάγμα Πεζικού της Λαμίας στις 13 Ιανουαρίου 2014!
Καταληψίας!
Δυο χρόνια αργότερα, το 1994, συλλαμβάνεται στην κατάληψη της ΑΣΟΕΕ ύστερα από έφοδο της αστυνομίας. Συμμετέχει στην κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1995 και βρίσκεται ανάμεσα στους 500 συλληφθέντες. Υποστηρίζει τη συνειδητή συμμετοχή του και καταδικάζεται σε 12 μήνες φυλάκιση με αναστολή.
Στις 13 Ιανουαρίου 1998 συλλαμβάνεται από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, ύστερα από πολυήμερη παρακολούθηση. Εχει εντοπιστεί αποτύπωμά του στον εκρηκτικό μηχανισμό που είχε τοποθετηθεί στο υπουργείο Ανάπτυξης και δεν εξερράγη (6 Δεκεμβρίου 1997). Στο σπίτι του, στο Καματερό, βρίσκουν 10 κιλά εκρηκτικής ύλης και τρία όπλα. Κατηγορείται για «απόπειρα έκρηξης», «προμήθεια, κατοχή και κατασκευή εκρηκτικών υλών και βομβών» και για «διακεκριμένη κατοχή όπλων και εκρηκτικών». Την ευθύνη είχε αναλάβει τότε η οργάνωση «Αναρχικοί Αντάρτες Πόλης».
Μετά την αρχική άρνηση της κατηγορίας, ο Νίκος Μαζιώτης με επιστολή του στην «Ε, έχοντας σχεδόν συμπληρώσει 18 μήνες προσωρινής κράτησης, «αναλαμβάνει πλήρως τις πολιτικές ευθύνες των πράξεών του, σε ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού κόλπου, ενάντια στην οικολογική καταστροφή που συντελείται από τις επενδύσεις της πολυεθνικής εταιρείας TVX GOLD».
«Οι Αναρχικοί Αντάρτες Πόλης είμαι εγώ. Μόνος μου κατασκεύασα και τοποθέτησα τον αυτοσχέδιο μηχανισμό στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης. Ο,τι βρέθηκε στο σπίτι της οδού Σπάρτης 13 είναι αποκλειστικά δικό μου. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ένοπλο αντάρτη, αλλά κοινωνικό αντάρτη. Αγωνίζομαι στο μέτρο των ατομικών μου δυνάμεων για την ανατροπή του Κράτους και του υπάρχοντος κοινωνικού καθεστώτος, χωρίς να απορρίπτω καμία μορφή δράσης ή να ιεραρχώ κάποια ως ανώτερη από κάποια άλλη», αναφέρει. Απορρίπτει τον ισχυρισμό των αρχών ότι «είχε πρόθεση να προκαλέσει κίνδυνο σε ανθρώπινες ζωές» και λέει σε δικαστές και ενόρκους ότι είχε σκοπό να προκαλέσει μικρές ζημιές στο υπουργείο και μόνο.
Καταδικάζεται πρωτόδικα σε 15ετή φυλάκιση. Η ποινή του μειώνεται. Αποφυλακίζεται μετά από 3,5 χρόνια, τον Αύγουστο του 2001.
Καταγγέλλει την Αντιτρομοκρατική
Τον Ιανουάριο του 2004 καταγγέλλει «την πρόκληση ατυχήματος, με ενδεχόμενη συνέπεια το θανάσιμο τραυματισμό του» από μοτοσικλέτα της Αντιτρομοκρατικής, χωρίς πινακίδες, που τον παρακολουθούσε «(…) Το γεγονός ότι τραυματίστηκα ελαφρά πέφτοντας είναι θέμα τύχης και μόνο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η αντιτρομοκρατική, η οποία με παρακολουθεί “διακριτικά”, κατά καιρούς περνάει εύκολα στο στάδιο της αδιάκριτης παρακολούθησης και από εκεί σε “παρακρατικές” μεθόδους. Η πρόκληση ατυχήματος με ενδεχόμενη συνέπεια το θανάσιμο τραυματισμό μου, δείχνει τη χωρίς όρια εκδικητικότητα των μηχανισμών ασφαλείας απέναντι σε αγωνιστές που οι φυλακές και οι διώξεις δεν μπορούν να νικήσουν. Η προσπάθειά τους να με τρομοκρατήσουν έχει ήδη αποτύχει», αναφέρει τότε στην επιστολή του.
Τον Ιούνιο του 2007 με νέα επιστολή του στην «Ε» μεταξύ άλλων κάνει λόγο για «αδιάκριτη παρακολούθηση» της Αντιτρομοκρατικής, μετά την επίθεση εναντίον της αμερικανικής πρεσβείας, για «ιδιότυπη κατάσταση “φυλάκισης” και επιτήρησης», την οποία δεν σκοπεύει να αποδεχτεί, και για διαρροές προς τον Τύπο που σκοπό έχουν να τον καταστήσουν ύποπτο.
Τέσσερις μήνες μετά ο Νίκος Μαζιώτης καταγγέλλει τη βίαιη προσαγωγή του από το σπίτι του στα Ανω Λιόσια στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής, χωρίς να του γνωστοποιήσουν το λόγο. Αστυνομικός τον χτυπά ενώ φορά χειροπέδες «μόνο και μόνο γιατί είναι αναρχικός». Στη συνέχεια μεταφέρεται στη ΓΑΔΑ, όπου του δηλώνουν πως είναι ύποπτος για ληστεία στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Ιλιον. Μετά έξι ώρες τον αφήνουν ελεύθερο, έπειτα από την αρνητική διαδικασία αναγνώρισης μαρτύρων. «Σε μια περίοδο όπου για πολύ καιρό βρίσκομαι υπό παρακολούθηση από τη ΔΑΕΕΒ ως ύποπτος ένοπλης οργάνωσης και σε μια περίοδο όπου ανθεί το σενάριο του “αναρχοσυμμορίτη”-“συμμορία με τα μαύρα”, η προσαγωγή μου για ένοπλη ληστεία είναι μια ακόμα τακτική ενοχοποίησης», αναφέρει στην καταγγελία του. Από τότε τα ίχνη του «χάνονται μέχρι προσφάτως», όπως αναφέρουν από την Αστυνομία.
Τα «χτυπήματα»
Στις 5 και 10 Δεκεμβρίου 1997 γίνονται τα πρώτα χαρακτηρισμένα ως οικο-τρομοκρατικά χτυπήματα στα ελληνικά χρονικά. Συγκεκριμένα, με τοποθέτηση βόμβας που δεν εξερράγη στο υπουργείο Βιομηχανίας, στη Μιχαλακοπούλου, στις 5.12.1997 και, πέντε μέρες μετά, με βόμβα στο πολιτικό γραφείο της τότε υπουργού Ανάπτυξης Βάσως Παπανδρέου, στην οδό Ομήρου 15, στο κέντρο της Αθήνας, στις 5.50 μ.μ.
Το προειδοποιητικό τηλεφώνημα στις 10.12.1997 έγινε στην «Ελευθεροτυπία» μια ώρα πριν από την έκρηξη, ενώ δόθηκε λάθος χρόνος για το χτύπημα. Δυόμισι ώρες μετά την έκρηξη, με τηλεφώνημα στον ΣΚΑΪ, αναλαμβάνει την ευθύνη της έκρηξης η οργάνωση Μαχόμενος Αντάρτικος Σχηματισμός, με την επισήμανση ότι «η επίθεση αυτή έγινε ενάντια στα σχέδια για την εξόρυξη χρυσού από τα ορυχεία της Χαλκιδικής και την καταστροφή που θα προκληθεί στο περιβάλλον από την καναδική εταιρεία TVX».
Ο Μαχόμενος Αντάρτικος Σχηματισμός είχε ήδη αναλάβει νωρίτερα τις βομβιστικές επιθέσεις στο Πολυτεχνείο, στο κτήριο Ηλεκτρολόγων – Μηχανολόγων (13.11.1996), στην πρεσβεία του Περού (30.12.1996), στο σπίτι της Μαίρης Μπόση, πρώην συμβούλου του υπουργού Στέλιου Παπαθεμελή (23.2.1997), στην αεροπορική εταιρεία Alitalia (3.4.1997), όπως και στα γραφεία της εταιρείας αυτοκινήτων Lancia (16.4.1997).
Στις 13 Ιανουαρίου 1998 η αστυνομία συλλαμβάνει ξανά τον Μαζιώτη. Ταυτόχρονα γίνονται και 16 προσαγωγές στον 12ο όροφο της ΓΑΔΑ, εκ των οποίων οι οκτώ ήταν γυναίκες.
Στις 7.12.1997 είχαν ήδη φτάσει στο γραφείο του υπουργού Δημ. Τάξεως Γ. Ρωμαίου οι πρώτες αποδείξεις από τα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών για αποτύπωμα που βρέθηκε σε μονωτική ταινία από τη βόμβα που είχε εντοπιστεί έξω από το υπουργείο Βιομηχανίας στη Μιχαλακοπούλου. Ήταν από τον δείκτη του αριστερού χεριού του 27χρονου τότε Νίκου Μαζιώτη.
Η αντιτρομοκρατική τον παρακολούθησε για περισσότερο από έναν μήνα, έτσι ώστε να δει πιθανές διασυνδέσεις του, και τον συνέλαβε σε μονοκατοικία στο Καματερό, στην οδό Σπάρτης 13. Το σπίτι ήταν νοικιασμένο και υπήρχε αποθηκευμένη μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών υλών και όπλα, όπως 9.740 γρ. εκρηκτικής ύλης, 1 πιστόλι 9 mm Zastava, 1 περίστροφο 38 mm Smith and Wesson, 4 μάλλινες κουκούλες, 2 γεμιστήρες, 148 σφαίρες, 2 κουλούρες καλωδίων, 1 στρατιωτικό παγούρι με τσόχα, αυτοκόλλητα clips που ανέγραφαν «τα όμορφα μαγαζιά όμορφα καίγονται» κ.ά.
Ο Μαζιώτης, γιος εφοριακού, το προηγούμενο διάστημα ήταν άνεργος και μόλις είχε βρει δουλειά σε ένα σιδηρουργείο. Ανάμεσα σε όσους είχαν προσαχθεί εκείνη την μέρα ήταν και η τότε 29χρονη Πόλα Ρούπα.
Η δίκη
«Μετανιώνω μόνο γιατί έκανα αυτό το τεχνικό λάθος. Για τίποτα άλλο. Και να με καταδικάσετε, που θα με καταδικάσετε δηλαδή, δεν αλλάζει τίποτε. Άλλωστε η φυλακή είναι ένα σχολείο για κάθε κοινωνικό επαναστάτη, αφού δοκιμάζεται η ψυχική του αντοχή. Και αν αντέξει, μετά πιστεύει περισσότερο σε αυτά για τα οποία φυλακίστηκε». Αυτό ήταν μέρος της απολογίας Μαζιώτη για την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού το 1997 στο υπουργείο.
Με κατηγορίες για «απόπειρα έκρηξης», «προμήθεια, κατοχή και κατασκευή εκρηκτικών υλών και βομβών» και «διακεκριμένη κατοχή όπλων και εκρηκτικών», ο Νίκος Μαζιώτης, με επιστολή του στην «Ε» κι αφού είχε συμπληρώσει 18 μήνες προσωρινής κράτησης, «αναλαμβάνει πλήρως τις πολιτικές ευθύνες των πράξεών του, σε ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού κόλπου, ενάντια στην οικολογική καταστροφή που συντελείται από τις επενδύσεις της πολυεθνικής εταιρείας TVX GOLD», δηλώνοντας ότι «Οι Αναρχικοί Αντάρτες Πόλης είμαι εγώ. Μόνος μου κατασκεύασα και τοποθέτησα τον αυτοσχέδιο μηχανισμό στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης. Ό,τι βρέθηκε στο σπίτι της οδού Σπάρτης 13 είναι αποκλειστικά δικό μου. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ένοπλο αντάρτη, αλλά κοινωνικό αντάρτη». Ταυτόχρονα, απέρριψε ότι είχε την παραμικρή πρόθεση να προκαλέσει κίνδυνο σε ανθρώπινες ζωές.
Ο Μαζιώτης καταδικάζεται πρωτόδικα σε 15ετή φυλάκιση. Η ποινή του μειώνεται και αποφυλακίζεται ύστερα από 3,5 χρόνια, τον Αύγουστο του 2001.
Η έφεση είχε εκδικαστεί στις 10.1.2001 και ο Μαζιώτης εξέφρασε τις θέσεις του με γραπτή δήλωση, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Το εφετείο όπου δικάζομαι σε δεύτερο βαθμό για τη βομβιστική απόπειρα στο υπουργείο Ανάπτυξης, πράξη την οποία έκανα σαν ένδειξη αλληλεγγύης στους κατοίκους των χωριών Στρυμονικού που αγωνίζονται ενάντια στην εγκατάσταση βιομηχανίας χρυσού από την πολυεθνική TVX GOLD, εξελίχθηκε σε στρατοδικείο συνοπτικών διαδικασιών παρόμοιων με αυτού του Δικαστηρίου Κρατικής Ασφάλειας της Τουρκίας. Αρνούμαι να συνεχίσω σ’ αυτή την τρομοδίκη, σ’ αυτή τη στημένη διαδικασία λογοκρισίας και φίμωσης καθώς και αποπολιτικοποίησης της υπόθεσής μου».
Και κάπως έτσι μπήκε η νέα χιλιετία!
Ο Μαζιώτης τον Ιανουάριο 2004 καταγγέλλει την Αντιτρομοκρατική για πρόκληση ατυχήματος από μοτοσυκλέτα που τον παρακολουθούσε χωρίς πινακίδες «με ενδεχόμενη συνέπεια το θανάσιμο τραυματισμό μου», κάνοντας λόγο για «χωρίς όρια εκδικητικότητα των μηχανισμών ασφαλείας απέναντι σε αγωνιστές που οι φυλακές και οι διώξεις δεν μπορούν να νικήσουν».
Τρία χρόνια μετά καταγγέλλει ξανά την Αντιτρομοκρατική για αδιάκριτη παρακολούθηση και για διαρροές στον Τύπο που θέλουν να τον καταστήσουν ύποπτο. Την ίδια χρονιά προσάγεται βίαια στη ΓΑΔΑ ως ύποπτος για ληστεία στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Ίλιον, ωστόσο λίγες ώρες μετά αφήνεται ελεύθερος.
Ο Επαναστατικός Αγώνας
Ο Επαναστατικός Αγώνας, με 15 χτυπήματα στο διάστημα 2003-2009, έκανε το ντεμπούτο του τον Σεπτέμβριο του 2003 με διπλή βομβιστική επίθεση στα κτήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, την μέρα της απολογίας του Γιωτόπουλου.
Μαζιώτης και Ρούπα συλλαμβάνονται τον Απρίλιο του 2010, με την ΕΛ.ΑΣ. να ανακοινώνει ότι στο σπίτι τους στα Καλύβια Αττικής κατασχέθηκε σκληρός δίσκος με παλιές προκηρύξεις του Επαναστατικού Αγώνα, σχέδια προκηρύξεων για μελλοντικά τρομοκρατικά χτυπήματα, καθώς και χειρόγραφα προσχέδια προκηρύξεων. Θα αφεθούν, όμως, ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους τον Οκτώβριο του 2011, καθώς είχε παρέλθει το 18μηνο της κράτησής τους.
Οι περιοριστικοί όροι για απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, παραμονή τους στο λεκανοπέδιο της Αττικής αλλά και παρουσία τους τρεις φορές τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα παραβιάστηκαν τον Ιούνιο του 2012, οπότε και χάθηκαν τα ίχνη τους. Τον Απρίλιο του 2013 οι δυο καταζητούμενοι καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 50 ετών για συμμετοχή τους στον Επαναστατικό Αγώνα.
Στις 11.10.2013 δημοσιοποιείται στο Διαδίκτυο κείμενο του 42χρονου Νίκου Μαζιώτη και της Πόλας Ρούπα για τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από χρυσαυγίτες. Στις 30.10.2013, τέλος, ο Μαζιώτης με νέα του παρέμβαση στο indymedia μιλάει για κρατική προπαγάνδα σε βάρος του, για την εμπλοκή του ονόματός του από τις αρχές στις ληστείες στα Μέθανα και στο Βελεστίνο. Μέχρι και σήμερα τα ίχνη του αγνοούνται από τις αρχές…