1. ΗΠΑ-Φλόιντ: Χιλιάδες συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις σε δεκάδες πόλεις
Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην Ουάσινγκτον και άλλες αμερικανικές πόλεις χθες, Σάββατο, ζητώντας να σταματήσει η ρατσιστική και βάναυση συμπεριφορά των δυνάμεων επιβολής του νόμου, καθώς οι διαμαρτυρίες που πυροδοτήθηκαν από τον τραγικό θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ στα χέρια αστυνομικών της Μινεάπολις συνεχίσθηκαν για 12η ημέρα
***
Πιάστε τους Κασιδιάρηδες,τους Μπογδάνους, τους Φαήλους. Περάστε τους από τεστ νοημοσύνης. Και κρεμάστε με στο Σύνταγμα ανάποδα, αν το iq τους δε βρεθεί σε…μονοψήφιο αριθμό.
Αν κάτι έχει ο ρατσιστής πλεόνασμα, είναι η ηλιθιότητα. Πανύβλακας με πατέντα. Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσεις, πέρα από παλιάνθρωπο, το όρθιο δίποδο που δεν έχει τη διανοητική ικανότητα να επεξεργαστεί απλές, ιστορικές αλήθειες,όπως εν προκειμένω ισότητα φύλων, φυλών, λαών, εθνών, μειονοτήτων,παντός όντος που η Φύση το σφράγισε με την ιδιότητα ΄Ανθρωπος;
Και αν η φύση τιμωρεί κάποιον ή του στερεί τον πλήρη κατάλογο των ιδιοτήτων του Ανθρώπου, είναι εκείνος που αρνείται να συμμορφωθεί με τους νόμους της . Και κυρίαρχος, αποκλειστικός και αναφαίρετος φυσικός νόμος είναι η κατίσχυση της Λογικής σε κάθε σκέψη και δραστηριότητα του ατόμου .Ουδέποτε μη σκοτισμένος Νους θα μπορούσε να διανοηθεί πως άλλες ανθρώπινες ιδιότητες χαρακτηρίζουν τους άσπρους και άλλες τους μαύρους. Τους ΄Ελληνες και τους Τούρκους. Τις γυναίκες και τους άντρες. Τους ομοφυλόφιλους και τους “στρέιτ”. Τους γύφτους και τους μπαλαμούς.
Να δούμε και μια άλλη συνιστώσα του ρατσισμού, εν πολλοίς άγνωστη ή αποσιωπημένη από τη “βιβλιογραφία” του στο παρακάτω κείμενο:
άραγε υπάρχει “ασυναίσθητος” ρατσισμός;
Καθισμένη σε ένα γραφείο στην τράπεζα, αναμένω τον ευγενικό υπάλληλο που με εξυπηρετεί, να διευθετήσει το ζήτημά μου για να υπογράψω τη χαρτούρα που θα ακολουθήσει. Στο διπλανό γραφείο, μιαν άλλη υπάλληλος, εξίσου προσηνής, εξυπηρετεί κάποιον άλλο πελάτη. Την κοιτώ δίχως στην πραγματικότητα να την προσέχω πολύ, το βλέμμα μου απλά ακουμπά επάνω της, χωρίς την αμέριστη προσοχή μου.
Μιλά και δίνει οδηγίες, πληθυντικός κι άγιος ο θεός, ώσπου κάποια στιγμή η ευγενική απόσταση του λόγου σπάει απροσδόκητα με έναν ενικό, από κείνους που όχι απλά πασχίζουν να καλύψουν ένα αχρείαστο κενό, μα στην ουσία, κείνους που γίνονται ισοπεδωτικοί. Σαν να έχεις απέναντί σου κάποιον μειωμένης αντίληψης, σίγουρα κατώτερης της δικής σου, κάποιον που φαντάζει ως ανήξερο νήπιο και χρειάζεται οδηγίες, να τα κάνεις λιανά, “ένα κι ένα κάνουν δύο”, “τόσα πορτοκάλια και τόσα μήλα”, γκέγκε;
Γυρνώ να δω τον “δύσμοιρο ανόητο”, που μάλλον κάπου ‘χωλαίνει’ και βλέπω έναν καθ’ όλα αξιοπρεπή σαραντάρη, καλοντυμένο, ήμερο, μα ξεκάθαρα αλλοδαπό. Πιθανότατα Πακιστανό. Ο οποίος εικάζω θα είχε κάποιο κατάστημα λιανικής, εξ όσων συμπέρανα απ’ τη στιχομυθία.
Για λίγο σιώπησα, να επεξεργαστώ τα δεδομένα. Ένας αντίστοιχης ιδιότητας κύριος, μα όχι αλλοδαπός, σίγουρα τουλάχιστον όχι Πακιστανός, θα άξιζε και με το παραπάνω έναν πληθυντικό ευγενείας, ένα εύσημο κοινωνικής αναγνώρισης, τέλος πάντων, έστω και τυπικό θες ή υποκριτικό ακόμα ακόμα -αδιάφορο (ποτέ μου δε στάθηκα στους τύπους και στα κορδελάκια, προτιμώ να μου μιλούν στον ενικό και να με κοιτάζουνε στα μάτια).
Δε θυμόμουν, λοιπόν, ουδέποτε η συγκεκριμένη υπάλληλος, που με είχε εξυπηρετήσει κάμποσες φορές στο παρελθόν, να μου είχε απευθύνει το λόγο στον ενικό, όσες φορές κι αν φλυαρήσαμε περί ασχέτων πραγμάτων ή αστειευτήκαμε κιόλας για τα καλά.
Φυσικά, θα ήταν τουλάχιστον φαιδρό και αλόγιστα απλοϊκό να συμπεράνει κανείς πως η, καθ’όλα προσεγμένη κι ευγενική υπάλληλος, ήταν ρατσίστρια- αστεία πράγματα. Πόσες φορές, αναλογίστηκα, δεν έχουμε κάνει όλοι μας κάτι αντίστοιχο; Ασυνείδητα, ασυναίσθητα, ανέγγιχτα, υιοθετούμε μια δεδομένη συμπεριφορά δίχως να το σκεφτούμε παραπέρα. Μήπως ήμουν λιγάκι υπερβολική εδωδά στην κρίση μου; Μήπως έψαχνα ψύλλους μέσα στα άχερα, μήπως να απόδιωχνα τούτες τις σκέψεις μου ως άτοπες κι εξαιρετικά ενοχλητικές;
Δεν πέρασαν δέκα λεφτά κι η πραγματικότητα ήρθε να με τσιγκλίσει παραπέρα. Ξανά, ένας κύριος, χεράκι-χεράκι με ένα παιδάκι, κοντά πέντε χρονώ, ζητά βοήθεια για μια συναλλαγή. Ένας πατέρας, ένας ‘κανονικός’, άνθρωπος ,ένας οικογενειάρχης. Ο υπάλληλος δρασκέλισε με ευκολία, απ’ την πρώτη κιόλα κουβέντα του, τον σκόπελο του πληθυντικού ευγενείας κι απευθύνθηκε σε ένα ‘καταχραστικό’ ενικό, έναν ενικό που διαχωρίζει σαφώς κάστες και ‘ανθρώπινες τάξεις’. Για κακή μου τύχη ο πατέρας ήταν και πάλι αλλοδαπός. Φυσικά, όχι Ευρωπαίος αλλοδαπός, ανάθεμα, εκεί το πρωτόκολλο ευγενείας θα βαστιόταν ευλαβικά από τον υπάλληλο. Ένας αλλοδαπός ανατολίτικης καταγωγής. Εντάξει, λοιπόν, το μήνυμα ελήφθη.
Ξανασκέφτηκα κάποιες αράδες που διάβασα λίγες μέρες πριν, πως τελικά ο ρατσισμός δεν είναι μονάχα φυλετικός ή εθνικός. Μοιάζει να είναι, μάλλον, πέρα για πέρα ταξικός. Οικονομικός. Κάτι πολύ περισσότερο σύνθετο από αυτό που φαίνεται. Μια τακτική, μια πάγια αντίληψη, που ξεπηδά ασυναίσθητα κι ορίζει τις συμπεριφορές μας. Όλοι έχουμε υποπέσει στο σφάλμα να θεωρήσουμε εαυτούς ανωτέρους από κάποιον απέναντί μας. Έστω και δίχως να το λογαριάζουμε συνειδητά.
Η οικονομική επιφάνεια κάποιου και μια αξιόλογη θέση του μέσα στην κοινωνία, ενεργοποιούν, a priori, τα ευγενικά κοινωνικά μας ένστικτα. Μοιάζει σαν ο πλούτος να απαιτεί σεβασμό. Γιατί άραγε; Ο πλούτος, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, εξαγοράζει, κατά πως φαίνεται, και τον σεβασμό των τρίτων, έστω και κάλπικο, έστω και προσποιητό.
Αράδιασε τώρα όλες τις περιπτώσεις άνισης μεταχείρισης που ξέρεις κι άλλαξε έναν απειροελάχιστο παράγοντα, που κάνει όμως την καίρια διαφορά. Βάλε έναν πλούσιο μαύρο, έναν πλούσιο Πακιστανό, έναν πλούσιο αμόρφωτο, έναν πλούσιο ‘κουρελή’, έναν οποιοδήποτε, τέλος πάντων, διαφορετικό άνθρωπο για ορισμένους και πρόσθεσε τούτη την κούτσικη ταμπελίτσα “εύπορος”, που τελικά ορίζει τα πάντα, σε κάθε καιρό, δε θρέφω αυταπάτες.
Ή μήπως τελικά για κάποιους, η ανισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους είναι βεβαία, ακόμα κι αν το περιτύλιγμα μοιάζει εντυπωσιακό; Σε τούτη τη σκέψη πονοκεφαλιάζω. Αρνούμαι να την αναλύσω παραπέρα. Άραγε υπάρχουν φιλντισένια δέρματα, γαλάζιες φλέβες και αβανταδόρικες ‘φυλές’; Υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι; Ποιος τους ορίζει ως τέτοιους και πώς;
Εγώ, λοιπόν, έχω μάθει να ξεδιαλέγω τους ανθρώπους από τις πράξεις τους. Που μου επιδεικνύουν ξεκάθαρα κάθε φορά, αν αξίζουν ή όχι το σεβασμό μου.
Οι πράξεις ορίζουν τους ανθρώπους. Οι ράτσες είναι περιττές.
2. Πέτσας για τουρκική προκλητικότητα: «Δεν φοβόμαστε -Προετοιμαζόμαστε για κάθε ενδεχόμενο»
Tί λέει το ούφο; Προετοιμάζεται με το γιο του (αν έχει) να βάλουν τις μπαλάσκες , να πάρουν το M1 (αυτό είχαμε ως όπλο στις μέρες της στρατιωτικής μου θητεία. Υπάρχει ακόμα; Αγνοώ. ΄Εχω γενικώς μεσάνυχτα από όπλα), να πάνε,λέει, στον ΄Εβρο να ντουφεκάνε Τούρκους!
Αλλά,δε μας είπανε τα ηρωικά αυτά παλουκάρια, σε ποια μεριά θα σταθούν να σημαδεύουν; Σε τούρκικο χώμα θα πατούν για σε Ρωμέικο; Οι προσχώσεις και οι μετακινήσεις του ποταμού , μοιάζουν με…φακοδόνηση. Δε στεριώνουν σε μια μεριά τα λασπονέρια.΄Οπως με το ανέκδοτο του “ψαρά και της χήρας το “τριανταφυλλάκι”(https://forum.kithara.gr/index.php?topic=80258.0).
Σιχτίρ,τόσα χρόνια ,λαμόγια του κερατά. ΄Εστησαν φαγοπότι τα κολλητάρια του Κούλη τους με τον κορόνα και πάνε τώρα να ξεκοιλιαστούν και με αγορές όπλων . Τάχα μου το επιβάλει η επιθετικότητα Ερντογάν. Γι’ αυτό, μας λένε, “προετοιμαζόμαστε για πόλεμο” (διάβαζε, τσεπώνουμε παχυλές μίζες από όπλα ), “για να έχουμε ειρήνη”!
Αλλά. δε θα σας περάσει τούτη τη φορά, πατριωταράδες μου. Χρόνια έχετε κάνει καβάτζα της απάτης , την αγάπη σας για την έρμη Ψωροκώσταινα. Μπούχτισε πια η έρμη από την πολλή σας έγνοια για δαύτη.
Ακούστε. Οι εποχές του “΄Ακη του όμορφου” πέρασαν ανεπιστρεπτί. Κι ας έχετε όλα τα βουτυρόπαιδα της βιομηχανίας παραπληροφόρησης, να σας στρώνουν νέο φαγοπότι. .Σιγά που θα επιστρέψουμε να κανονίζουν τις δικές μας ζωές και των παιδιών μας ο Ράπτης, ο Κουρτάκης,ο Χατζηνικολάου και ο Τράγκας. Κούνια που σας κούναγε,ανόητοι!
3.Κορονοϊός: Πέθανε 58χρονη στην Αλεξανδρούπολη – Στους 182 οι νεκροί
Ανοίγεις Κυριακάτικα τη φυλλάδα του Κώστα Βαξεβάνη (από…επαγγελματική υποχρέωση το κάνουμε) και μας πιάνει τρόμος. Πρώτο άρθρο με τεράστια γράμματα και φωτογραφία του νοσοκομείου ,που εξέπνευσε η ασθενής. Φοβερή και τρομερή είδη.
Αλλά, αν, παλιάνθρωποι Γραμματείς και Φαρισαίοι, η είδηση για το θάνατο ενός ανθρώπου, είναι οδυνηρή, σίγουρα δεν είναι ούτε για σας, ούτε για τους σκουπιδοφάγους σας, παρά μόνο για τους δικούς του, όσοι τον αγαπούν και τον γνώριζαν. Και σίγουρα ο Κώστας Βαξεβάνης δεν πρόκειται να κλάψει για την εκλιπούσα. Μήπως, αγαπητέ, να ξεκινήσεις να καθιερώσεις στη “σελίδα” σου εδώ νεκρολογίες; Καλύτερα θα τα πας.
Σήμερα, 7/6/2020, λένε οι στατιστικές, θα πεθάνουν στην Ελλάδα από διάφορες αιτίες 100 συνάνθρωποι (μπορεί και περισσότεροι) .Δεν είδαμε ,όμως, στα έντυπα της απάτης άλλα ονόματα , ηλικίες, τόπους καταγωγής και αιτίες θανάτου για τους αποχωρήσαντες από τον μάταιο τούτο κόσμο σήμερα. Και δικαίως αναρωτιούνται οι άλλοι συγγενείς που θα θάψουν την ίδια ημέρα 20χρονους και 30χρονους. Τί στα κομμάτια ξεχωριστό έχει αυτός ο θάνατος στην Αλεξανδρούπολη μιας 58χρονης γυναίκας και παίρνει θέση πρωτοσέλιδου και το δικός μας νεκρό ούτε καν στα ψιλά τον αναφέρουν; Η μαφία της εμπορικής δημοσιογραφίας, σε μια ακόμα ανίερη τακτική.
Στο μεταξύ, από Οκτώβρη που ο… κορονοϊάκος θα ξυπνήσει πάλι, είναι σίγουρο πως .ακόμα και εμβόλιο να μην έχει βρεθεί, θα το επινοήσουν. Το lockdown είναι ο τάφος τους. Και το ξέρουν.Θα το ξορκίσουν.
Όλα σε λίγους μήνες θα πορεύονται το δρόμο τους, όπως πριν την ΄Υβριν των Κούληδων να σκοτώσουν τη ζωή 2-3 ολόκληρους μήνες. Και φυσικά, οι Βαξεβάνηδες ούτε μια γραμμή θα αφιερώσουν πια για νεκρό από κορόνα τον ερχόμενο Οκτώβριο. Εδώ θα είμαστε, αν δεν έχουμε για άλλη αιτία …αποδημήσει στον Κύριο και πάντως, όχι από κορόνα.
Είναι άθλιοι όλοι οι κοντυλοφόροι.Και ιδιαίτερα όσοι το παίζουν έντιμοι και …δημοκρατικοί. Το ψωμί τους βγάζουν, βέβαια, την επικαιρότητα, άμα καίει, κυνηγάνε, ασθμαίνοντας. Και ο Κορόνα πουλάει ακόμα, σαν “μαρούλι” φεύγει. Μάλιστα, έχουν ανοίξει οι περισσότεροι Κατσαπλιάδες του Τύπους και ειδική στήλη (τόσο άθλιοι) στις φυλλάδες τους (Μεταξύ αυτών και ο περί ου Κωστάκης). “Εδώ ο…καλός κορονοϊός, μαθαίνετε πρώτοι τα νέα των κρουσμάτων, των θανάτων, του πανικού και της ηλιθιότητας . Είμαστε μακράν των άλλων συνεπείς στην παραπληροφόρηση και για τον κορόνα. Μην πάτε αλλού”.
΄Αθλια φάρα! Θα ησυχάσω ,όταν τους δω με τσίγκινο ποτηράκι να ζητιανεύουν 20λεπτα στην Ομόνοια από περαστικούς. Κι αυτή είναι στην πραγματικότητα η θέση τους. Εκεί- εκεί Ομόνοια και Αθηνάς/καλά θα κονομάς!
Να ξυπνήσει κι αυτός ο κοιμισμένος ο λαός. Μια ζωή με τα τσαρούχια κοιμάται ο ΄Ελληνας. Και αν είναι να πιάνει στα χέρια του τις φυλλάδες, να είναι για να τυλίξει “ποδαράκια και πατσές”. ‘ Αμποτε!
3. Στην Τήνο ο Μητσοτάκης -Προσκύνησε την εικόνα που είχε δωρίσει στον ναό Ευαγγελιστρίας ο πατέρας του
H Ιστορία έχει παραδώσει προ πολλού στις γενιές που έρχονται για την επάρατη φαμίλια Μητσοτάκη, δύο κύρια και χαρακτηριστικά γνωρίσματα των μελών της. Υπότροποι σε “εγκλήματα λευκού κολάρου” και ασύστολη, κοινωνική υποκρισία.
Ο γιος συνεχίζει αυτή την “καθ΄έξιν και κατ΄επάγγελμα” παράδοση του πατέρα του. Εδώ με τις μηχανές του θεομπαίχτη να δουλεύουν στο φόρτε τους.
4. Τι να διαλέξεις, μου λες;
Ξεκοκάλισα τα δυο καταπληκτικά κείμενα παρακάτω,αλλά ακόμα δεν κατέληξα πού θα ήθελα τελικά να ριζώσω. Σε εποχές αγνότητας και παρθενιάς της Φύσης ή στην πρόκληση εκείνης με τη αίσθηση να περπατάς αιωρούμενος; ΄Η μήπως καλύτερα να μη ριζώνουμε πουθενά; Δοκιμή και αναχώρηση; Θα είναι τέτοια η ζωή των τρισεγγόνων μας; Τίς οίδεν!
α. ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ
Νορβηγός έζησε 3 χρόνια σε ζούγκλα της Ινδονησίας με μια απομονωμένη φυλή –Και περιγράφει τη ζωή εκεί (γεμάτη εκπλήξεις και ανατροπές)
Έμαθα πώς να ζω απλά και να ακολουθώ τον ρυθμό της φύσης» λέει ο Αουντούν Άμουντσεν, αναλογιζόμενος τη ζωή που έζησε στη ζούγκλα με την φυλή Μενταβάι, όπου υπήρχαν ελάχιστα πράγματα στην καθημερινή ατζέντα εκτός από την κατασκευή βελών ή κανό και το κυνήγι για τρόφιμα όπως πιθήκους, νυχτερίδες ή γαρίδες.
Ο Νορβηγός μηχανικός και σκηνοθέτης πήγε για πρώτη φορά να ζήσει με την φυλή στα βαθιά κατάφυτα της δυτικής Ινδονησίας στην ηλικία των 24 ετών, για έναν μήνα το 2004. Επέστρεψε το 2009 – αυτή τη φορά για μια τριετή παραμονή, κατά τη διάρκεια της οποίας έμαθε την άγραφη γλώσσα τους.
Λέει ότι το αυτό που του έλειψε περισσότερο ζώντας σε απομόνωση ήταν η «ευκολία της σύγχρονης κοινωνίας» και να «τρώει το φαγητό για απόλαυση και όχι απλώς για επιβίωση». Η συνομιλία με άτομα με τα οποία μπορούσε να συσχετιστεί ήταν ακόμη ένα πράγμα που λαχταρούσε ανά περιόδους.
Πώς αποφάσισε να πάει στα πέρατα του κόσμου και να ζήσει σε μια ζούγκλα
Η ζωή στην άγρια φύση απείχε πολύ από αυτήν που είχε αφήσει πίσω του ο Άμουντσεν. Το 2004 εγκατέλειψε την προσοδοφόρα δουλειά του ως εργαζόμενος σε μια πετρελαιοπηγή στα ανοικτά των ακτών της Σκωτίας και εγκατέλειψε το μοντέρνο, άνετο διαμέρισμά του στο Τροντχάιμ της Νορβηγίας για να ικανοποιήσει την περιέργειά του για ταξίδια.
Ξεκίνησε τα ταξίδια του από την Ινδία, προχωρώντας στη συνέχεια στο Νεπάλ και μετά στην Ινδονησία για να «ζεσταθεί λίγο» και να ανακάμψει από το υψόμετρο των Ιμαλαϊων. Ο 40χρονος λέει ότι όταν έφτασε στην Παντάνγκ στην δυτική Σουμάτρα, αποφάσισε ότι «ήθελε να βγει εκτός ορίων και να πάει όσο το δυνατόν πιο μακριά από τη δική του κουλτούρα».
Αφηγούμενος την ιστορία του, συνεχίζει: «Άκουσα ότι αυτοί οι παραδοσιακοί άνθρωποι ζούσαν στην ζούγκλα στο νησί Σιβιρούτ και σκέφτηκα: ‘Ουάου, αυτό είναι πραγματικά ενδιαφέρουν, θέλω πολύ να το δω’. Πήγα σε αυτό το νησί – ένα ταξίδι 12 ωρών με ένα άθλιο καράβι από το Παντάνγκ – και πέρασα μια εβδομάδα προσπαθώντας να πείσω κάποιον να με πάει σε εκείνο το μέρος. Σε αυτό το νησί δεν θα υπήρχε δυνατότητα επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο. Ήταν πολύ μακριά – χωρίς πρόσβαση σε google maps ή στο Facebook. Όταν έφτασα εκεί, ένας τύπος ήρθε περπατώντας προς εμένα και ήταν μια συναρπαστική στιγμή. Ευτυχώς χαμογελούσε κι ενώ δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε, γίναμε φίλοι».
Η φιλία του με έναν σαμάνο της φυλής
Ο άντρας αυτός ήταν ένας σαμάνος της φυλής που ονομάζεται Αμάν Πάκσα. Ο Νορβηγός, ο οποίος περιγράφει τον εαυτό του εκείνη την εποχή ως «αφελή και νέο ταξιδιώτη» πέρασε πάνω από ένα μήνα, ζώντας με τον Πάκσα. Όπως λέει: «Επειδή με συμπάθησε, κάναμε μια συμφωνία για να μείνω μερικές εβδομάδες. Σε αντάλλαγμα για τη φιλοξενία τους, βοήθησα με καθημερινές δουλειές και την ζωή γύρω από το σπίτι. Επικοινωνούσαν, λέει ο Άμουντσεν, κυρίως μέσω της γλώσσας του σώματος.
Τελικά, έφυγε για να συνεχίσει τα ταξίδια του και πήρε την πτήση της επιστροφής για την πατρίδα. Αφού επέστρεψε στην Νορβηγία χωρίς χρήματα και μετακόμισε σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο, ο Άμουντσεν λέει ότι δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται την «μαγεία της ζούγκλας» και αποφάσισε ότι ήθελε να επιστρέψει και να κάνει ένα ντοκιμαντέρ για τον Πάκσα. Γι’ αυτό, κατάφερε να πάρει μια χρηματοδότηση από το νορβηγικό πολιτιστικό τμήμα.
Παρόλο που δεν είχε εμπειρία σχετικά με την σκηνοθεσία, προτού ξεκινήσει την περιπέτειά του, πέρασε τον χρόνο του «σπουδάζοντας και προσπαθώντας να απορροφήσω όσο τον δυνατόν περισσότερες γνώσεις για την βιντεογραφία, την σκηνοθεσία και ούτω καθεξής».
Επέστρεψε στην ζούγκλα για να κάνει το ντοκιμαντέρ του
Ο Άμουντσεν είχε μερικά προβλήματα υγείας προτού φύγει για την Ινδονησία, συμπεριλαμβανομένου ενός εγκεφαλικού επεισοδίου και μιας χειρουργικής επέμβασης, αλλά τελικά κατάφερε να ανακτήσει τις δυνάμεις του και ξεκίνησε το ταξίδι του το 2009. Αφού προσγειώθηκε για άλλη μια φορά στο Παντάνγκ, ο Άμουντσεν επιβιβάστηκε στην παλιά ξύλινη βάρκα για τον νησί Σιμπερούτ. Από εκεί, πήγε αντίθετα προς τον ποταμό, αναζητώντας τον παλιό του φίλο Πάκσα – ελπίζοντας ότι θα τον υποδεχόταν ξανά. Σε τελική ανάλυση δεν μπορούσε να του στείλει μήνυμα για να κάνει κράτηση δωματίου.
Ο Άμουντσεν λέει: «Μετά από μια εβδομάδα βρήκα επιτέλους τον Αμάν Πάκσα. Ήταν ακόμα εκεί και ήταν καλά. Είχε έναν γιο και επίσης, ένα ρολόι. Διαπίστωσα ότι τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα που ήμουν μακριά.
Ο δημιουργός ντοκιμαντέρ δεν είχε σχέδιο για το πόσο καιρό θα έμενε στην ζούγκλα αυτή την φορά. Αστειεύτηκε στον Πάκσα ότι μπορεί να έμενε για έναν χρόνο, με τη φυλή να του απαντά στην μητρική του γλώσσα «φυσικά, αν μπορείς». Ο Άμουντσεν είχε επιστρέψει με ένα μεγαλύτερο λεξικό της ινδονησιακής γλώσσας, ηλιακούς συλλέκτες και μια κάμερα, ώστε να καταγράψει πώς ήταν η ζωή εκεί. Αργότερα μετέτρεψε αυτό το υλικό σε ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο «Newtopia». Είχε πάρει μαζί του και φάρμακα, τα οποία αποδείχθηκαν χρήσιμα όταν έπαθε μια μυστηριώδη οφθαλμική λοίμωξη που έκανε τα μάτια του να γίνουν κόκκινα και τα βλέφαρά του να κλείσουν σχεδόν.
Πώς ήταν η καθημερινότητά του στην ζούγκλα
Ο επίδοξος σκηνοθέτης περιγράφει τον χρόνο του σε έναν «χαμένο κόσμο» ως το ισοδύναμο ενός «διαχρονικού και μακρού διαλογισμού» όπου «απλώς έχασε το ίχνος του γραμμικού χρόνου». Περιγράφοντας την καθημερινή του ρουτίνα στο δάσος, λέει στην Daily Mail: «Ξυπνούσαμε μόνοι μας πριν από την ανατολή, όταν η ομίχλη περιέβαλε τα δέντρα. Καθώς ο ήλιος ζέσταινε την ζούγκλα, καθόμασταν στη βεράντα, χαλαρώναμε, κουβεντιάζαμε και πίναμε ένα ζεστό ρόφημα. Τότε, ταΐζαμε τους ημιάγριους χοίρους με σάγου (άμυλο από φοίνικα). Μετά από αυτό ήμασταν ελεύθεροι να σχεδιάσουμε ότι έργο θέλαμε. Μεταξύ αυτών ήταν το κυνήγι πιθήκων, νυχτερίδων ή ποταμίσιων γαρίδων. Κατασκευή εξοπλισμού, κανό, βέλη, καλάθια και ούτω καθεξής. Συνήθως ξεκουραζόμασταν λίγο το μεσημέρι και στη συνέχεια κάναμε κάτι κοινωνικό. Τα σπίτια είναι ανοιχτά και οι επισκέπτες πηγαινοέρχονται, ή πηγαίναμε στο σπίτι κάποιου για να μάθουμε κουτσομπολιά».
Σε μια απομονωμένη ζούγκλα ζει η φυλή Μενταβάι
Και συνεχίζει:« Όταν έπεφτε το σκοτάδι, καθόμασταν γύρω από μια λάμπα. Διάβασα πολλά βιβλία όταν ήμουν εκεί. Μερικές φορές φτιάχναμε χειροτεχνίες όπως πλεκτά καλάθια. Οι μέρες μας ήταν γεμάτες με μια αργή ποικιλία, αλλά ο χρόνος πέρασε χωρίς προειδοποίηση».
Ο νεοτερισμός εισέβαλε στη ζωή της ζούγκλας
Με την πάροδο του χρόνου, ο Άμουντσεν είδε τον νεοτερισμό να μπαίνει στην ζωή της ζούγκλας, με τα δυτικά ρούχα να υιοθετούνται, τα πλαστικά αντικείμενα να αντικαθιστούν τα φυτικά προϊόντα και την πείνα για λεφτά. Τα κοτόπουλα και οι χοίροι ήταν μέχρι τότε, οι παραδοσιακοί τρόποι πληρωμής.
Όπως εξηγεί στο νοτκιμαντέρ του, Newtopia, όταν ο Άμουντσεν πρωτογνώρισε τον Πάκσα είχε εκπλαγεί με το πώς δεν «είχε χρήματα, ηλεκτρικό ρεύμα ή μηχανήματα». Όπως λέει: «Ήταν καταπληκτικό. Ήταν σαν μια ιστορία από την παιδική μου ηλικία».
Ο Άμουντσεν με τον φίλο του Πάκσα σε ταξίδι στην Τζακάρτα
Αλλά καθώς περνούσε ο χρόνος, το παραμύθι του Άμουντσεν έχασε την λάμψη του βλέποντας τα μέλη της φυλής Μενταβάι να γίνονται περίεργοι με τον έξω κόσμο, με τις πόλεις στην περιφέρεια του δάσους να μετατρέπονται σε πολυσύχναστα εμπορικά κέντρα.
Κινητήρες αντί για κουπιά και όπλα αντί για βέλη
Ο σκηνοθέτης λέει ότι πίστευε ποτέ πως ο Αμάν Πάκσα «θα είχε μια μέρα τραπεζικό λογαριασμό και κινητό τηλέφωνο» αλλά συνειδητοποίησε ότι αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα μέλη της φυλής άρχισαν να χρησιμοποιούν κινητήρες αντί για κουπιά, συνειδητοποίησαν πως μπορούν να κυνηγούν με όπλα αντί για βέλη και πως τα αλυσοπρίονα είναι πιο αποτελεσματικά από τα χέρια.
Σε μια προσπάθεια να κερδίσει χρήματα για να αγοράσει αυτά τα σύγχρονα εργαλεία, ο Πάκσα έκοψε τα μαλλιά του και υιοθέτησε δυτικά ρούχα, προκειμένου να βρει δουλειά στην πόλη Παντάνγκ. Ο Άμουντσεν λέει ότι δυσκολεύτηκε να παρακολουθήσει αυτές τις αλλαγές, αλλά δέχτηκε ότι δεν μπορούσε να εμποδίσει τον Πάκσα να δοκιμάσει έναν διαφορετικό τρόπο ζωής.
Κι ενώ η ζωή φαινόταν ελκυστική από απόσταση, ο Πάκσα συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν το μόνο που είχε καταστραφεί. Κάποια στιγμή, είπε στον Άμουντσεν: «Αν έτσι είναι όλος αυτός ο θόρυβος, δεν μου αρέσει».
Χάνοντας την ηρεμία της ζούγκλας, ο Πάκσα αποφάσισε να επιστρέψει στο σπίτι του, οπλισμένος με μία περούκα που είχε αγοράσει σε ένα σύγχρονο εμπορικό κέντρο για να αντικαταστήσει τα κομμένα μαλλιά του. Έβγαλε τα δυτικά ρούχα και φόρεσε ξανά τα δικά του και επέστρεψε στο κυνήγι με τόξο και βέλος.
Τι μήνυμα θέλει να περάσει από την εμπειρία του
Ο Άμουντσεν επέστρεψε στην ζούγκλα πολλές φορές από τότε που ολοκλήρωσε το ντοκιμαντέρ του και η μοναδική του φιλία με τον Πάκα διαρκεί τώρα 16 χρόνια.
Ερωτηθείς ποια είναι η ελπίδα του για τους ανθρώπους που θα δουν το ντοκιμαντέρ του, λέει: «Θα ήθελα οι άνθρωποι να λατρεύουν την ποικιλομορφία και τις διαφορές του κόσμου, πολιτιστικά, οικολογικά, μεταξύ φύλων και παραδόσεων. Θα ήθελα επίσης, να εγείρω ερωτήματα σχετικά με το είδος της προόδου που θέλουμε για το μέλλον. Πιστεύω ότι τελικά θα βρούμε μια ισορροπία μεταξύ φύσης και νεοτερισμού , αλλά δυστυχώς υποψιάζομαι ότι πολλά είδη και οικοσυστήματα θα εξαφανιστούν πριν το κάνουμε. Με πολλούς τρόπους η ζωή με τους Μενταβάι με έκανε να σκεφτώ το απόσπασμα του διάσημου Αμερικανού ιστορικού Γουίλ Ντιράν: «Ένας σπουδαίος πολιτισμός δεν κατακτάται από έξω μέχρι να καταστραφεί από μέσα».
β. ΟΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΟΣΩΝ ΕΧΟΥΝ ΠΑΕΙ
Πώς είναι πραγματικά να πηγαίνεις στο διάστημα -Μηδενική βαρύτητα, το «απύθμενο μαύρο» και περίεργες μυρωδιές
Πολύ λίγοι άνθρωποι είχαν ως τώρα την ευκαιρία να δουν τη Γη από το διάστημα. Στην πραγματικότητα, μόνο 566 άνδρες και γυναίκες έχουν δει αυτή τη μοναδική θέα.
Πολλοί έχουν περάσει μήνες σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη μας στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, κάνοντάς τον κυριολεκτικά το νέο τους σπίτι. Αλλά πώς είναι πραγματικά να ζεις σε μηδενική βαρύτητα, να είσαι χιλιάδες μίλια μακριά από όλους όσους αγαπάς και να κοιτάς το σκοτάδι που βρίσκεται στο διάστημα;
Επιστρέφοντας στη Γη, πολλοί αστροναύτες έχουν μοιραστεί πληροφορίες για το πώς είναι η ζωή εκεί ψηλά, δίνοντάς μας μια ιδέα αυτής της σουρεαλιστικής εμπειρίας.
Η ιδιαίτερη μυρωδιά του διαστήματος
Ο Βρετανός αστροναύτης Τιμ Πικ, πήγε στο διάστημα το 2015, κατευθυνόμενος προς τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό μετά την εκτόξευση από το Καζακστάν σε έναν πύραυλο Σογιούζ.
Περιέγραψε το ταξίδι του ως «απολύτως εντυπωσιακό», αλλά παραδέχτηκε ότι υπάρχει μια «χαρακτηριστική» μυρωδιά. Πέρασε τις πρώτες δύο ώρες αισθανόμενος «αρκετά δύσκολα», βιώνοντας ζάλη και αποπροσανατολισμό.
«Αλλά έμεινα έκπληκτος για πόσο γρήγορα προσαρμόστηκε το σώμα μου. Τη δεύτερη μέρα ξύπνησα νιώθοντας έτοιμος να πάω στη δουλειά και από τότε δεν είχα προβλήματα», ανέφερε ο ίδιος.
«Μιλάμε πάντα για τη θέα του πλανήτη Γη και πόσο όμορφη είναι και αυτό περιμένεις να δεις. Αλλά αυτό που οι άνθρωποι δεν το αναφέρουν τόσο πολύ, είναι όταν κοιτάς προς την αντίθετη κατεύθυνση, βλέπεις πόσο σκοτεινό είναι το διάστημα».
«Είναι απλώς το πιο μαύρο μαύρο και αυτό ήταν μια πραγματική έκπληξη για μένα», είπε ο Πικ, ο οποίος μίλησε επίσης για τη μυρωδιά που υπάρχει στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, προσθέτοντας: «Σίγουρα δεν είναι δυσάρεστος – είναι ένα είδος μεταλλικής μυρωδιάς αλλά όχι χημικός ή κακός με οποιονδήποτε τρόπο. Είναι αρκετά ιδιαίτερος».
Διασκεδαστική η μηδενική βαρύτητα
Η Αμερικανίδα Κριστίνα Κοχ, πέρασε 328 ημέρες στο διάστημα – τη μεγαλύτερη συνεχή αποστολή μιας γυναίκας αστροναύτη – και επέστρεψε τον Φεβρουάριο.
«Το καλύτερο είναι ότι μπορείς να συνεισφέρεις στο πιο ωραίο έργο που γίνεται, κατά τη γνώμη μου, από όλη την ανθρωπότητα. Δεύτερον, είναι σίγουρα το γεγονός ότι μπορείς να αιωρείσαι. Η μικροβαρύτητα σίγουρα το κάνει διασκεδαστικό», έχει πει.
«Εδώ στο διαστημικό σταθμό πρέπει να εργαζόμαστε σε κάθε προσανατολισμό, έχουμε στοιβασία και επιστημονικά πειράματα στην οροφή. Είναι πολύ διασκεδαστικό να είσαι σε θέση να αιωρείσαι, για να γυρίζεις τριγύρω»
Μιλώντας στο περιοδικό Vogue για το πράγμα που βρήκε πιο εκπληκτικό για τη ζωή στο διάστημα, είπε: «Το πιο εντυπωσιακό είναι το πόσο προσαρμόσιμο είναι το ανθρώπινο σώμα στη διαστημική πτήση».
«Είναι ένα τόσο ξένο περιβάλλον. Όταν φτάσεις για πρώτη φορά, αισθάνεσαι σαν να έχεις ξαναγεννηθεί. Πρέπει να μάθεις πώς να κάνεις τις πιο απλές καθημερινές εργασίες στο διάστημα και σε έναν διαστημικό σταθμό. Έπειτα, ζώντας μερικές εβδομάδες σε αυτό, δεν παρατηρείς καν ότι αιωρείσαι πια. Το σώμα προσαρμόζεται, το μυαλό σου μαθαίνει να χαρτογραφεί τα πράγματα σε 3D, καθώς και πώς να περιπλανηθείς χρησιμοποιώντας τα χέρια σου με τους χειρολισθήρες».
Το απέραντο μαύρο του διαστήματος
Ο διοικητής Κρις Χάντφιλντ, ο οποίος ήταν ο πρώτος Καναδός που περπατά στο διάστημα, μίλησε επίσης για τις εμπειρίες του.
Μιλώντας για το διαστημικό περίπατό του, είπε: «Είναι το πιο όμορφο πράγμα που έχετε δει κοιτώντας από τη δεξιά πλευρά και όταν κοιτάτε αριστερά, βλέπετε ολόκληρο το απύθμενο μαύρο του σύμπαντος που πηγαίνει προς όλες τις κατευθύνσεις. Είναι σαν είσαι ανάμεσα σε αυτά τα δύο πράγματα και να προσπαθείς να το εκλογικεύσεις και να προσπαθείς να κάνεις κάποια δουλειά».