” Η απόφαση του δικαστικού συμβουλίου για την υπόθεση Novartis έγινε δεκτή με πανηγυρισμούς και σαμπάνιες από τους άμεσα εμπλεκόμενους, που είδαν ανέλπιστα να εξαφανίζονται σχεδόν οι κατηγορίες σε βάρος τους, παρά το πλήθος των στοιχείων και των ενδείξεων και από μια μεγάλη αμηχανία από εκείνους που κρεμάστηκαν αδίκως και σκοπίμως στα μανταλάκια. Από εκείνους που διέγνωσαν σωστά ότι τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια προσπάθεια αλλοίωσης του πολιτεύματος, από μια συμμορία που έδρασε με τις ευλογίες του τότε κυβερνώντος κόμματος και τα μέλη της οποίας θα παραμείνουν (όπως όλα δείχνουν) ατιμώρητα.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά, όπως γράφει με ελαφρότητα η ΕφΣυν, ότι “ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ενήργησε ορθώς ως προς την άσκηση των καθηκόντων του”, ούτε ότι “η Ελένη Τουλουπάκη και οι συνεργάτες της ενήργησαν ορθώς και νομίμως για τη διερεύνηση του σκανδάλου”. Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος παραπέμπεται για κατάχρηση εξουσίας (κακούργημα) και για παράβαση καθήκοντος, ενώ για κατάχρηση εξουσίας παραπέμπεται και η κ. Τουλουπάκη. Αλλά είναι αλήθεια ότι μπροστά στα στοιχεία που προέκυψαν από την ανάκριση, για το όργιο που προηγήθηκε της απαγγελίας των κατηγοριών σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων του Αλέξη Τσίπρα για την υπόθεση Novartis, οι δυο κατηγορίες μπορούν να θεωρηθούν πταίσματα. Ατιμωτικά, αλλά πταίσματα.
Στο μεταξύ εμείς, μπορούμε να αναρωτηθούμε πώς ακριβώς ερμήνευσαν τα γεγονότα και τα στοιχεία οι δικαστές που διατύπωσαν το βούλευμα. Ο κ. Παπαγγελόπουλος, μαζί με τη βοηθό του Ελένη Τουλουπάκη, κατηγορούνται ότι απέκρυψαν από τη Βουλή τον φάκελο με τις κατηγορίες σε βάρος του γνωστού Κουρουμπλή. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ανώτατη αρχή και έπρεπε να προστατευθεί. Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος κατηγορείται ακόμα για τις παρεμβάσεις σε βάρος της Ελένη Ράικου και για τις πιέσεις που άσκησε για να παραπεμφθούν χωρίς στοιχεία στη Δικαιοσύνη οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν το οριστικό τέλος του παλαιού πολιτικού συστήματος και ο ΣΥΡΙΖΑ θα έμενε χωρίς αντίπαλο.
Κατηγορείται ακόμα για τις πιέσεις που άσκησε σε άλλο δικαστικό λειτουργό για τους φορολογικούς ελέγχους σε βάρος του ιδιοκτήτη του ΣΚΑΙ, Γιάννη Αλαφούζο, ώστε να μην μπορέσει να μετάσχει στον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Η άλλη συνωμοσία που εξύφανε ο ΣΥΡΙΖΑ ώστε να μονοπωλήσει τα ΜΜΕ. Κατηγορείται επίσης για τις πιέσεις σε βάρος της εισαγγελέως Τσατάνη για την υπόθεση Βγενόπουλου, στην οποία είχε μια περίεργη εμπλοκή η φίλη του από τα παλιά Βασιλική Θάνου και από την οποία ήλπιζε ότι θα προκύψουν στοιχεία σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ.
Δείτε τώρα αυτές τις υποθέσεις στο κλίμα της εποχής. Ο ΣΥΡΙΖΑ μεσουρανεί αφού τα παλαιότερα κόμματα έχουν χρεωθεί τη χρεοκοπία και προσπαθεί να καταλάβει τους αρμούς της εξουσίας. Να εξαφανίσει ει δυνατόν τους πολιτικούς του αντιπάλους, να εξασφαλίσει την εύνοια των ΜΜΕ και να μονοπωλήσει την εξουσία. Και τι κατάλαβαν οι δικαστές που συνέταξαν το πόρισμα;
Ότι ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ήταν ολίγον αυστηρός ή είχε μια ασαφή αντίληψη για τη διάκριση των εξουσιών ή ήθελε να παίρνει τηλέφωνο από χόμπι τους δικαστές που έκαναν ανακρίσεις. Τίποτα περισσότερο. Καμία σύνδεση δεν διέκριναν ανάμεσα στις τρεις υποθέσεις που χρεώνεται ο κ. Παπαγγελόπουλος και καμία συνάφεια με το πολιτικό κλίμα της εποχής. Όλα έγιναν περίπου τυχαία… Και ίσως και χωρίς δόλο.
Ποια είναι η ερμηνεία; Ορισμένοι βλέπουν ακόμα και δάκτυλο Παυλόπουλου- Καραμανλή, για να πέσει ο παλαιός τους συνεργάτης στα μαλακά. Δείτε τους δικηγόρους του Παπαγγελόπουλου, λένε πονηρά. Άλλοι βλέπουν τη διακριτική πίεση της κυβέρνησης στους δικαστές, ώστε η υπόθεση να μείνει εκεί. Υπάρχει η θεωρία, την οποία συμμερίζονται και πολλοί από τους πρώην κατηγορούμενους, ότι η κυβέρνηση δεν ήθελε να οξύνει την αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα και δεν ήθελε να δοθεί συνέχεια στα Ειδικά Δικαστήρια. Ορισμένοι έγραψαν ακόμα και για ντιλ. Υπάρχει και η θεωρία ότι οι δικαστές δεν ήθελαν να δουν στη φυλακή έναν πρώην δικό τους. Το esprit de corps των δικαστών.
Όποια και να είναι η σωστή ερμηνεία, προκαλεί όχι αμηχανία, αλλά θυμό. Γιατί και σκευωρία υπήρξε και τώρα υπάρχει πλέον και δικαστικό σκάνδαλο”.