Να αλλάξουμε πρέπει; Αλλά, πώς θα αλλάξουμε; Πότε; Και γιατί πρέπει να αλλάξουμε;
Θρησκευτικοί ταγοί, δάσκαλοι, μεσσίες, σαμάνοι και γκουρού, πολιτικοί, επαναστάτες και ακτιβιστές κάθε είδους κηρύσσουν αλλαγή, (επι)στροφή, επαναπροσδιορισμό απ΄αυτό που είναι ο κόσμος , ο άνθρωπος, το άτομο. Αυτό σημαίνει ,στη δική τους κοσμολογική θεώρηση ,τις αξίες και τις αρχές πως όλοι εμείς, πλην εκείνων, πορευόμαστε σε λάθος κατεύθυνση. Η δική τους ηθική συγκρότηση ,ανάλογα με τη πηγή εκπόρευσή της, καταλογίζει στους άλλους εκτροπή απ΄ό,τι εκείνοι θεωρούν ηθικό,πρέπον και συμφέρον για τον άνθρωπο.. Και η καταστροφή, αν δεν υπάρξει η πολυπόθητη αλλαγή, έτσι όπως την ευαγγελίζεται καθένας από τους έχοντες επωμιστεί το βάρος της σωτηρίας των λοιπών ημών,αφρόνων, “απίστων” και “αμαρτωλών”, επίκειται και καραδοκεί.
Κι αυτό το τροπάρι, ακούγεται αιώνες τώρα. ΄Οχι, βέβαια,από συστάσεως κόσμου. Στην εξέλιξη και το διάβα των εποχών, κάποιοι, είπαν πως ανακάλυψαν πρώτα τη στρεβλή πορεία του ανθρώπου και ύστερα την ανάγκη είτε “επιστροφής” (πισωγύρισμα) είτε επί τόπου στροφής και νέα εκκίνηση σε δρόμους που χάραξαν εκείνοι.
Οι πρώτοι και επί ένα μέγα “πλήρωμα χρόνου”,που εκκωφαντικά κήρυσσαν το ευαγγέλιο της αλλαγής ήταν τα μέλη του Ιερατείου. Βεβαίως,κάτω από τα “ράσα” τους, κρύβονταν στην ουσία τα ίδια άτομα που ανακάλυψαν την εξουσία επί των άλλων ,που σήμαινε χειραγώγησή τους και υποταγή στους δικούς τους κανόνες . Οι θρησκείες επί απροσδιόριστου και πάντως, άπειρου χρόνο, μονοπώλησαν με τους εκπροσώπου τους “απ΄άμβωνος” αυτή την “αλήθεια”, αυτοσυστηνόμενοι ως ενδεδυμένοι θεόσταλτη σοφία και σύνεση και ως εκ τούτου εξουσιοδοτημένοι άνωθεν της εξουσίας να μεταφέρουν και να κηρύσσουν τις εντολές αλλαγής και συμμόρφωσης του ατόμου σε συγκεκριμένες εντολές εκ θεού εκπορευόμενες.
Παράλληλα, χρονικά και κάποιες φορές στον αντίποδα των διδασκαλιών των θρησκειών, πορεύτηκαν οι φιλόσοσοφοι, τα μηνύματα των οποίων δε διέφεραν και πολύ από εκείνα του ιερατείου,δοθέντος πως και τούτοι,πλην εξαιρέσεων, δίδασκαν και πρότειναν τρόπους ζωής και συμμόρφωσης σε κανόνες ,απότοκους της δικής τους ιδεοληψίας και τις αυτοαναγόρευσής τους σε σωτήρες . Ανεξάρτητα από το μέγεθος της απόστασης που κράτησαν από τους εκπροσώπους των θρησκειών και τα δικά τους φιλοσοφικά συστήματα ,η οργάνωση και η παρουσίασή τους εμπεριείχαν πολλά από τα στοιχεία και τα συστατικά των θρησκειών. Βασικό γνώρισμα αμφοτέρων, ιερέων και φιλοσόφων, είναι η μονοπώληση της αλήθειας και η υποταγή του ατόμου στις αρχές και τους κανόνες που ορίζουν εκείνοι . Και οφείλουμε να παραδεχτούμε πως επί μέρους αλήθειες,βέβαια,όλα τα θρησκευτικά και φιλοσοφικά συστήματα εμπεριέχουν.
Η συνέχεια και όσο και οι δυο παραπάνω εξουσιαστικές στην ουσία ομάδες ,αδυνατούσαν να χειραγωγήσουν απόλυτα,κάποτε ούτε και σχετικά το μυαλό του ανθρώπου , εμφανίζεται η τρίτη σωτηριακή δύναμη,εκείνη της πολιτικής. Αυτή ,μάλιστα περισσότερο και από τις άλλες δυο, κι αν δεν καυχήθηκε πως κατέχει επιτέλους την πανάκεια προς θεραπεία πάσης νόσου! Αλλά, κι αυτός ο νέος Μεσσίας, αποδείχτηκε στην πράξη πως καθόλου καθοριστικά φάρμακα για τον άνθρωπο και τη σωτηρία των ατόμων και των αρρωστημάτων των κοινωνιών δε διέθετε. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς πως τα δικά της “τσιτάτα”, ήταν μια, κατά το μάλλον ή ήττον, προσπάθεια αντιγραφής εκείνων της θρησκεία και της φιλοσοφίας, σε νέο περιτύλιγμα, αμφότερες μάλιστα, όταν συνέφερε δε δίστασε η πολιτική να τις αναγορεύσει σε θεραπαινίδες της.
Οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη είναι, αν και πολύ νεότερη διαπίστωση και εμπειρία, το ιδανικότερο παράδειγμα της ανάγκης αλλαγής του συστήματος ,αλλά και της υποσχετικής ευημερίας της νέας τάξης πραγμάτων και των φιλόδοξων εκπροσώπων της , με την αποστασιοποίηση από τα καθιερωμένα και τα παλιά μοντέλα,που μόνο δυστυχία, απόγνωση και καταστροφή τελικά συσσώρευσαν. Αλλά, τελικά, σε όλες τις εποχές και τις κοινωνίες, το μόνο που κατάφερε και τρίτη αυτή σωτηριακή δύναμη, είναι, όπως άλλωστε και οι δύο προηγούμενες ,να καλλιεργήσει στον άνθρωπο την υπόσχεση και την ελπίδα της αλλαγής που ταυτόχρονα εμπερικλείουν και την αποτυχία, μια και η πολιτική, ως ιδεοληψία κι αυτή,ενώ στη θεωρία μοιάζει ιδανική και απαράμιλλη , στην πράξη,αν δοκιμαστεί, αποτυγχάνει.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ