Μονοτονία και (η “αντώνυμη”) πολυφωνία. Ετυμολογικά και οι δυο λέξεις έχουν να κάνουν με τη μουσική, προέρχονται από τον τόνο. ΄Ενας, μοναδικός ηχητικός τόνος, η πρώτη. Περισσότεροι τόνοι ήχου, η δεύτερη.
Από κει και ύστερα, έχουμε πλούσιο υλικό στα λεξικά σε συνώνυμες, συγγενικές και μεταφορικές λέξις και έννοιες ,όπως: Στερεοτυπικός, ομοιόμορφος, πανομοιότυπος, ανιαρός, για το μονότονος . Αλλά και ποικιλία, πλουραλισμός, πολυμορφία, πληθώρα, πολυχρωμία, πολλαπλότητα για την πολυφωνία.
Η Φύση δεν αντιμάχεται ούτε τη μια ούτε την άλλη έννοια. Αντίθετα, επιβάλει (και κάποτε “δια ροπάλου”) αμφότερες. Μονοτονία και πολυφωνία. Ομοιομορφία και πολυμορφία. Μπορεί, μεν, να ξημερώνει και να βραδιάζει… πάντα στον ίδιο το σκοπό. Αλλά και καμιά ημέρα δεν είναι ποτέ ίδια με την προηγούμενη.
Η σταθερότητα και η (εν)αλλαγή είναι χαρακτηριστικά και συνδυαστικά γνωρίσματα της Φύσης. Και σε αρμονική συνύπαρξη.
Οι νόμοι της, ας πούμε ,αναλλοίωτοι, αρχέγονοι, απαρασάλευτοι, διαχρονικοί. Από την άλλη, η εξέλιξη, η μεταμόρφωση, η μετάλλαξη των όντων, η εξαφάνιση άλλων και η εμφάνιση νέων οργανισμών. Μια επανάληψη ,μια στερεοτυπική διαδικασία, αλλά και μια διαρκής κίνηση, αλλαγή, μετάσταση, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της Φύσης και της ζωής των έμβιων και άβιων όντων.
Οι άνθρωποι αναπαράγονται, φθείρονται, πεθαίνουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ακόμα και οι ασθένειες, οι όποιες άλλες αιτίες της υπόσκαψης της υγείας, αλλά και της στέρησης της ζωής (θάνατος) είναι μονότονα όμοιες. Το ίδιο και στην επαναληπτική ,ομοιόμορφη διαδικασία της λειτουργίας του οργανισμού, η οποία διεκπεραιώνεται πολλές φορές ερήμην της θέλησης του έμβιου (αναπνοή, λειτουργία καρδιάς, πνευμόνων, κυκλοφορία αίματος κ.α).
Αλλά και στον “ψυχικό” κόσμο- χώρο , στα συναισθήματα, τη φαντασία, τις άλλες χημικές- ορμονικές- θυμικές αντιδράσεις μας , ως συναισθηματική απάντηση στα εξωτερικά ερεθίσματα. Και σε αυτό είμαστε ομοιόμορφοι και κάποτε πανομοιότυποι. Λυπούμαστε, χαιρόμαστε, κλαίμε, γελάμε, αγαπάμε, μισούμε οργιζόμαστε, σαν να είμαστε σταγόνες νερού της ίδιας πηγής!
Κι ενώ είμαστε απολύτως όμοιοι, από την άλλη είμαστε και…απολύτως διαφορετικοί. Μπορεί σε γενικές κατατάξεις να χαρακτηριζόμαστε μαύροι, άσπροι, μιγάδες, κίτρινοι, ψηλοί, μέτριοι, κοντοί, ξανθοί, μελαχρινοί αλλά ανήκουμε και σε αποκλειστικές, ατομικές κατηγορίες, όπως στις γονιδιακές, εκείνες των αποτυπωμάτων, των χαρακτηριστικών του προσώπου, της ίριδας του ματιού, σε άλλες λεπτομέρειες, που και η ίδια η επιστήμη ακόμα δεν κατάφερε να τις εντοπίσει και να τις αναλύσει.
Κι αν αυτή είναι η φυσική κατάταξη, η εικόνα του περιβάλλοντος “κόσμου” και ειδικά του ανθρώπου, το κοινωνικό του στάτους, όμως, δεν ακολουθεί, ως όφειλε, τις υποδείξεις και τις συμπεριφορές της Φύσης. “Κοινωνικόν ον ο άνθρωπος και συζήν πεφυκώς” θα πει ο Αριστοτέλης. Και είναι αλήθεια.
Αυτή όμως η ανάγκη συμβίωσης και συνύπαρξης των ατόμων που οδήγησε στη δημιουργία των ομάδων-νομάδων, κοινοτήτων, κοινωνιών πάνω στη βάση λειτουργίας συγκεκριμένων κανόνων και αρχών συμπεριφοράς ,δεν ακολούθησε τα πρότυπα της Φύσης , δε διδάχτηκε σχεδόν τίποτα από όσα εκείνη καθιέρωσε ως μαθήματα. Ακολούθησε δικό της δρόμο, κακοτράχαλο και αδιέξοδο τις περισσότερες φορές.
Οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι, εν πολλοίς, ΜΗ ΦΥΣΙΚΕΣ. Μάταια παλεύει η Φύση να διδάξει κανόνες συμπεριφοράς στα έλλογα όντα της. Να τα οδηγήσει στην κατανόησή της ,έστω και με τον ελλιπή τρόπο, που την ερμηνεύουν οι ανθρώπινες διανοητικές ικανότητες και οι νοηματικοί περιορισμοί (“πεπερασμένο”).
Στερεότυπες, “αυτιστικές”, ομοιόμορφες συμπεριφορές “πολιτογραφούνται” φυσικές. Τις καθιερώνει ο χρόνος και τα λογής συμφέροντα με τέτοια κατίσχυση, που είναι αδύνατον πλέον τα μέλη των κοινωνιών να αποδεχτούν πως είναι τεχνητές, πλασματικές, επίκτητες, άρα ψεύτικες και καμιά σχέση, ως τέτοιες, δεν έχουν με τα φυσικά πρότυπα.
Κα δε θα επικαλεστούμε παραδείγματα αφύσικης συμπεριφοράς από τα γνωστά οφθαλμοφανή , αρρωστήματα , όπως αυτά της ιδιοκτησιακής-καπιταλιστικής αντίληψης, του ρατσισμού, του εθνικισμού, του σεξισμού, της φαλλο-αιδοιοκρατίας και των παρόμοιων. Είναι ηλίου φαεινότερο πως τέτοιες σοβαρές, φυσικές παρεκκλίσεις έχουν αμετάκλητα καταδικαστεί και στη δικαιική αντίληψη και κρίση της Φύσης, αλλά και στη στοιχειώδη αγχίνοια του ανθρώπινου μυαλού και την ευαισθησία της μη εσκοτισμένης συνείδησης .
Το να καλείσαι να επιχειρηματολογείς σε τέτοιας διλημματικής μορφής ιδεολογήματα, να “παραβιάζεις ανοιχτές θύρες”, για να αποδείξεις, ας πούμε, πως η μαύρη και η άσπρη επιδερμίδα, η εβραϊκή και η γερμανική καταγωγή, το ανδρικό και το γυναικείο φύλο στερούνται το ένα σε βάρος του άλλου, κάποιας ανθρώπινης , έστω και ελάχιστης, ιδιότητας, είναι τουλάχιστον αφελές και ανόητο.
Θα επισημάνουμε, όμως, άλλες, της ίδιας παράνοιας και προπαντός επικινδυνότητας, στερεοτυπικές αντιλήψεις που μετρούν αιώνες ζωής και προπαγανδιστικής επανάληψης. Είναι αυτές για τις οποίες λέμε ότι έχουν πλέον “πολιτογραφηθεί” , ως φυσικές και ως εκ τούτου υγιείς!
Αλλά είναι τόσο “άρρωστες” αυτές οι αντιλήψεις, όσο παρανοϊκό είναι να πιστεύεις πως υπάρχει Αρία Φυλή και μάλιστα ανώτερη από τις άλλες. Να επισημάνουμε τις πλέον συνήθεις:
-Η πίστη σε θρησκευτικό θεό, ανθρωπόμορφων ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών και η ως εκ τούτου απορρέουσα θρησκευτική αντίληψη περί καλού και κακού, ηθικού και ανήθικου, πρέποντος και μη, Σε αυτές τις γενικές κατηγορίες εντάσσονται και οι επί μέρους αντιλήψεις, παρεπόμενες των θρησκευτικών κανόνων και αρχών, όπως: Η πίστη σε ανταμοιβή του καλού και τιμωρίας τους “ασεβούς”, σύμφωνα με τον θρησκευτικό ορισμό (παράδεισος-κόλαση). Η πεποίθηση περί δοσοληψίας στις σχέσεις θεού και ανθρώπου (δίνεις -παίρνεις). Η αποκλειστική, μέχρι ζηλοτυπίας λατρευτική απαίτηση του συγκεκριμένου θρησκευτικού συμβόλου. Η “συντεχνιακή” ,χαρακτηριζόμενη και ως αδερφική σχέση των πιστών της αυτής θρησκείας ή δόγματος και η κατάταξης όλων των υπολοίπων στην κατηγορία των απίστων.
Με βάση επίσης τους θρησκευτικούς αυτούς κανόνες, διαμορφώνονται και πολλές από τις αντιλήψεις των μελών μιας κοινωνίας, αλλά και το ισχύον γραπτό δίκαιο και αφορούν την ιδιοκτησιακή αντίληψη σε αντικείμενα και πρόσωπα, τη συζυγική πίστη (μονογαμία-μοιχεία ), τη σεξουαλική συμπεριφορά εν γένει, τη απότιση σεβασμού, τιμής, αγάπης, αναγνώρισης υπεροχής σε πρόσωπα, ακόμα και σε συμβολικά “πράγματα”, ανάλογα με ό,τι πάλι αναγνωρίζει η θρησκευτική πεποίθηση ως έχοντα αναγνωρισμένο-“εγνωσμένο” κύρος και συναισθηματική αξία.
-Η επιβολή και αναγνώριση της αναγκαιότητας εξουσιαστικών προτύπων (βασιλιάς, ηγεμόνας, κράτος, νόμος, ιεραρχία) για την ομαλή συμβίωση των μελών της κοινωνίας . Μια αντίληψη που κολοβώνει την απόλυτη ελευθερία και την αυτοδιάθεση του ατόμου. Αλλά, παράλληλα ,του στερεί την αυτόβουλη συμμόρφωσή του στον άγραφο νόμο του καθαρού Νου, ο οποίος εκ της ιδιότητάς του αυτής , κατανοεί την απόλυτη αξία της αρμονικής συμβίωσης, ως απότοκο του χρυσού κανόνα πως ” η συμπεριφορά μου στον άλλο, πρέπει να είναι ανάλογη εκείνης που απαιτώ και για μένα”.
-Η καταλυτική επικράτηση στις οργανωμένες κοινωνίες της οικονομίας της “αγοράς” (καπιταλισμός) σε βάρος της ιστορικής μορφής της οικονομίας που ήταν “οικιακή”, ανταλλακτική (“βωβό εμπόριο”) και συμπυκνώνεται στη γενική αρχή “καταναλώνω ό,τι παράγω”. Αρχή που, εκτός των άλλων, αυτόματα καταργεί την αξία του “χρήματος”.
Κι αν τις παραπάνω παρενέργειες των κοινωνικών στερεοτύπων τις θεωρούμε κορυφαίες και καθοριστικές στη δομή και τη λειτουργία των ανθρώπινων κοινωνιών, το ίδιο (και ας μη φαίνεται) καθοριστικές είναι και τα μικρότερης σημασία στερεότυπα. ΄Οπως:
– Η ανάγκη ένδυσης, και όχι μόνο με βάση τα κλιματικά δεδομένα, αλλά για λόγους εμφανισιακής εντύπωσης , ακόμα και ηθικούς . Μάλιστα και η απαίτηση εντελώς ομοιόμορφου ντυσίματος στις διάφορες εποχές και κοινωνίες.
-Η διατροφικές και γευστικές συνήθειες, που σχεδόν δεν έχουν αλλάξει στο ελάχιστο αιώνες τώρα.
-Οι εκφράσεις και τα προϊόντα της Τέχνης με συγκεκριμένα είδη-μοτίβα στη συγγραφή, τη μουσική τη ,ζωγραφική, το θέατρο. Η αυτονόμηση μάλιστα μπορεί να θεωρηθεί και ασέβεια, πρόκληση προσβολή .
-Ο αυτοματισμός της έκφρασης συναισθημάτων, αλλά και της παράδοσης (ως παρακαταθήκη γενεών) ηθών κα εθίμων ,ακόμα και ενδυματικής επιλογής στις κοινωνικές εκδηλώσεις (γιορτές, τελετές, “κοσμικές” συναθροίσεις).
Εν τέλει, το μόνο που δεν είμαστε…δεν είμαστε σε τίποτα εμείς, ο εαυτός μας. Δεν έχουμε κανένα ή ελάχιστα περιθώρια επιλογών. Σχεδόν σε όλα. Είμαστε ό,τι μας διδάξανε, μας παράδωσαν, μας επέβαλαν, μας παράγγειλαν. ΄Αλλοι αποφάσισαν ,πριν από μας, για το πώς θα σκεφτόμαστε, πώς θα συμπεριφερόμαστε, πώς θα ζούμε.
Γι’ αυτό λέμε. Αν ήταν να κάνουμε μια επανάσταση , ας μην ξεκινήσουμε από την κοινωνική. Που έτσι κι αλλιώς, όπως έχει δείξει η Ιστορία, δεν καταλήγει παρά σε παραλλαγή της προσπάθειας του Σίσυφου.
Ας αλλάξουμε το εαυτό μας. Προσωπική επανάσταση. Ξεκινώντας από τα στερεότυπα που μας καταπνίγουν. ΄Οσα είναι αφύσικα, παράλογα και ανήθικα (ηθικό είναι ό, τι είναι φυσικό και αντίστροφα).
Μπορείς να είσαι ο εαυτός σου; Να μη δίνεις λογαριασμό σε κανένα. Ούτε να συμμορφώνεσαι σε παράνομους…νόμους , παρά μόνο στους κανόνες που όρισε η Φύση.
Κι αυτό, αν μη τι άλλο, επειδή δεν έχεις και μεγάλα χρονικά περιθώρια για να χαραμίζεις και να υποτάσσεις το δικό σου “θέλω” σε εκείνο των άλλων.