Ρονάλντο: Η πρόταση-χλιδή του Πορτογάλου με δαχτυλίδι αρραβώνων έως 4,55 εκατ. ευρώ για τη Χεορχίνα
Ο Πολιτισμός της Επίδειξης — 2025
Στο μεγάλο παζάρι του 21ου αιώνα, η ανθρωπότητα είχε τελειοποιήσει την τέχνη του να κοιτάζει αλλού. Πόλεμοι, λιμοί, αρρώστιες έπαιζαν στο περιθώριο, ενώ το κεντρικό σκηνικό κατεχόταν από είδωλα του αθλητισμού, της μόδας και της ψυχαγωγίας. Εκείνη την εποχή, το μέγεθος ενός διαμαντιού μπορούσε να προκαλέσει περισσότερες συζητήσεις από το μέγεθος μιας καταστροφής, κι ένας αστραφτερός αρραβώνας να επισκιάσει ολόκληρες εκστρατείες ανθρωπιστικής βοήθειας.
Το 2025, ο Κριστιάνο Ρονάλντο πρόσφερε στην αγαπημένη του ένα δαχτυλίδι που κόστιζε όσο ο ετήσιος προϋπολογισμός μιας μικρής αφρικανικής χώρας· και η ανθρωπότητα, αντί να θυμώσει, έσπευσε να μετρήσει τα καράτια. Από εδώ ξεκινά το απόσπασμα που διασώζει ο εγγονός μου, Νάβης, από τα «Χρονικά της Ανθρώπινης Παράνοιας» του 22ου αιώνα.
Από το “Μεγάλο Χρονικό της Ανθρώπινης Παράνοιας” (έκδοση 2125)
Έτος 2025 μ.Χ. — Στην αυγή του 21ου αιώνα, όταν οι ωκεανοί πλημμύριζαν νησιά, η Σαχάρα καταβρόχθιζε χωριά και εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι λιμοκτονούσαν, ο ποδοσφαιριστής Κριστιάνο Ρονάλντο έκανε μια πράξη που έμεινε στην Ιστορία.
Όχι, δεν έσωσε κάποιον από πείνα.
Όχι, δεν έφερε ειρήνη σε διχασμένα έθνη.
Αγόρασε ένα δαχτυλίδι αξίας έως και πέντε εκατομμυρίων δολαρίων για να ζητήσει το χέρι της αγαπημένης του.
Η είδηση έκανε τον γύρο του πλανήτη, προκαλώντας θαυμασμό στα τηλεοπτικά πάνελ, καυγάδες στα κοινωνικά δίκτυα και σιωπηλή λιποθυμία στους εργάτες ορυχείων που έσκαβαν για τα πολύτιμα μέταλλα του κοσμήματος.
Οι ιστορικοί του 22ου αιώνα βλέπουν το περιστατικό ως χαρακτηριστικό σύμπτωμα της «Εποχής του Θεάματος και της Λήθης». Ήταν η εποχή που η αξία μετριόταν σε «likes» και σε εξώφυλλα περιοδικών, ενώ οι παγκόσμιες τραγωδίες έπαιζαν στο παρασκήνιο, σαν χαμηλόφωνη μουσική που δεν ενοχλούσε το πάρτι.
Όπως σημειώνει ο Νάβης στο περίφημο «Αρχείο των Ανάποδων Εποχών»:
«Το δαχτυλίδι δεν ήταν πρόκληση· ήταν καθρέφτης. Κι αν το είδαν εκατομμύρια μάτια, δεν ήταν επειδή έλαμπε το διαμάντι, αλλά γιατί είχε σβήσει το φως γύρω του.»
Διοτίμα