Αύγουστος , μήνας που τρέφει τους 11 στο Ψαροχώρι μας , όλη η παρέα και φέτος. Πιστοί προσκυνητές τα τελευταία δέκα «δίσεκτα» χρόνια.
Τον βλέπω κάθε πρωί, σε ένα από τα τραπέζια στο υπαίθριο καφενεδάκι της μικρής παραλίας, που μαζευόμαστε οι παραθεριστές δίπλα στο πολύβουο κύμα. Παρ΄όλη την αντάρα, πάντως, που το πιάνει, ώρες –ώρες, το μανιασμένο νερό, αδυνατεί να υπερισχύσει της ανθρώπινης οχλαβοής στην ακτή, ήδη μισογεμάτη από τις 8 το πρωί και στις 10 πια τίγκα από ημίγυμνα, βρεγμένα και καβουρντισμένα από το λιοπύρι κορμιά.
Ο άνθρωπος της ιστορίας ,με χαρακτηρισμούς που θα αποφασίσετε πως του ταιριάζουν στο τέλος, έρχεται πάντα εκεί λίγο, πριν μεσημεριάσει. Κι από την ώρα που θα καθίσει στην ψάθινη καρέκλα, θα παραγγείλει ένα παγωμένο φρέντο καπουτσίνο , θα βγάλει με ιεροτελεστία από το δερμάτινη τσάντα το μαύρο samsung και ως την ώρα που θα σηκωθεί, για να περάσει απέναντι στην ταβέρνα με τα μαγειρευτά, κάπου, δηλαδή, 2/3 ώρες, δε θα σηκώσει κεφάλι από την περιήγηση δεκάδων σελίδων στο διαδίκτυο.
Βουτιά να σηκωθεί να κάνει, όπως όλοι εμείς που κλέβουμε στην παρέα με τη σειρά από το καθισιό , 10 και 20 λεφτά κάθε φορά για να βουτήξουμε, ούτε συζήτηση. Κι αυτό που μας τσαντίζει περισσότερο είναι πως έρχεται ντυμένος με τα…ναυτικά του και το ανάλογο κασκέτο στο κεφάλι. Κι έχει στο διπλανό κάθισμα ακουμπισμένη την τσάντα παραλίας ,να προεξέχουν, μάλιστα, ένα παρδαλό μαγιό, κάτι πολύχρωμα γυαλιά βυθού με μια τεράστια μάσκα και ένα μικρό μαρκούτσι που μοιάζει για καμάκι, αλλά δεν είναι.
Πλαδαρός στο μεταξύ, εντελώς αγύμναστος. Βυζιά για τρία νούμερο σουτιέν ,παραπανίσια κιλά για το μπόι του, μπορεί και 15-20. Και δεν είναι πάνω από 50 χρόνων.
Τί διάβολο, αναρωτιόμαστε τα θέλει όλα αυτά τα συμπράγκαλα κολύμβησης και κατάδυσης, αφού μια εβδομάδα τώρα που τον βλέπουμε, ούτε στην άκρη στο νερό δεν σηκώθηκε να πάει. Και το χειρότερο. ΄Ερχεται, περνάει δίπλα στα τραπέζια κι ούτε μια καλημέρα δε λέει σε κανέναν. Τη μικρούλα, εγγονή του καφετζή, που κάνει την γκαρσόνα και του παίρνει παραγγελία, της δίνει εντολή τί να του φέρει σαν… ένστολος και μια φορά την αποπήρε, γιατί άργησε κανένα τέταρτο να φέρει τον καφέ.
Ως τώρα, κάθε φορά , πήγαινε και καθόταν κάμποσα τραπέζια μακριά από το δικό μας. Χτες, πρώτη φορά δε βρήκε θέση κι ήρθε και άραξε σε ένα σκαμπό δίπλα μας ,ακριβώς πλάτη μα πλάτη με τον κολλητό μου.
Διαόλου κάλτσα τούτος. Γυρίζει ανεπάντεχα, κάνει τάχα πως βλεφαρίζει αδιάφορα και τεμπέλικα την απεραντοσύνη της θάλασσας για ώρα. Αλλά, καταλαβαίνουμε πως το μάτι παρακολουθεί σε ποιες σελίδες σερφάρει και τί κατεβάζει στην οθόνη του ο γείτονας . Χαμπάρι ο άλλος δεν παίρνει τον λαθροματάκια πίσω του. Καθένας τη δουλειά του.
Μετά, κανένα μισάωρο, γυρίζει στη μεριά μας και μας δίνει ραπόρτο αναλυτικό και χαμηλόφωνα . Το και το. «Ξεκίνησε», μας λέει, «την εξερεύνηση με συνοπτική ενημέρωση από τους τίτλους ιστότοπων. Μπήκε για αρχή στις ειδήσεις του google και του yahoo , λίγο μετά σα να τον κυνηγάγανε, έφυγε κατ΄ ευθείαν για την iefimerida.gr . Κατέβαινε βουή από το ένα στο άλλο τα θέματα , έκατσε και πήρε ανάσα στα αθλητικά και από εκεί την έκανε ,για να τελειώσει το … πλουραλιστικό του σερφάρισμα στο… lifo. Στη συνέχεια κάτι έγραφε στο google ,μέχρι που κατάληξε σε ένα σάιτ γνωριμιών με Ρωσίδες σε γυμνές πόζες κι εκεί άραξε».
Αύγουστος μήνας λέμε. Ο Χρόνος στα κάλλη της ωρίμανσής του.. Γύρω , όλη η πλάση σε οργιαστική-οργασμική παράκρουση κάθε λεπτό, ημέρας και νύχτας. Νωχελικό παράδομα του νου και των αισθήσεων στη χαύνη. Την αδράνεια και τη ραστώνη του ελληνικού καλοκαιριού, δίπλα στη θάλασσα.
Και τούτος, ασεβής, υβριστής, παράταιρος και αναχρονιστικός, άρρωστος σίγουρα, μια ανάσα από το φυσικό παράδεισο, να αρνείται να σεργιανίσει μέσα. Κι αντί γι΄αυτό, να σερφάρει για ώρες σε σωρό σκουπίδια, που τα λέει ενημέρωση και να αναζητάει πλαστική διασκέδαση στο dating της απάτης και της νοσηρότητας.
Να μη ρίξει φωτιά ο θεός να τον κάψει;