Γιάννης Λιγνάδης: Η εκκόλαψη του νέου «αυγού του φιδιού»
«έγινε της μόδας ποιος θα καταστρέψει ποιον…»
(Ν. Άσιμος – Καταρρέω)
Τα δικαστικά γεγονότα της τρέχουσας επικαιρότητας προκαλούν τη μνήμη και την κρίση κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. Λίγα χρόνια πριν, όταν το πολιτικό ενδιαφέρον του τόπου μονοπωλούσε το φαινόμενο «Χρυσή Αυγή» (η γέννηση, η γιγάντωση και η ακραία πολιτεία τού –όχι και τόσο νεοπαγούς– ακροδεξιού κόμματος), στον δημόσιο λόγο αναπαράγονταν τα γνωστά κλισέ που με μεταφορικούς όρους περιέγραφαν την τερατεία του πολιτικού νεοπλάσματος. Φράσεις όπως «η εκκόλαψη του αυγού του φιδιού», «το (φασιστικό) μόρφωμα» κ.ά. αποτύπωναν την εωσφορική φύση, τη νοσηρότητα και επικινδυνότητα που έφερε το νεότοκο πολιτικό τέρας, που δια της βίας και του τρόμου απειλούσε με κατάλυση τις δομές, τα κεκτημένα της ελληνικής πολιτείας και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η ποινική δίωξη και η προσωρινή (;) φυλάκιση των κεφαλών της «εγκληματικής οργάνωσης» σηματοδότησε την αρχή της εξόντωσης του «δράκοντος» που γέννησε το εκκολαφθέν «αυγό του φιδιού» και την εκρίζωση (ή έστω το «ξεδόντιασμα») της δρακογενιάς. Ήλπιζε κανείς ότι η πάταξη του βδελυρού πολιτικού «μορφώματος» και η εκτομή του –αν όχι απ᾽ το κοινωνικό– τουλάχιστον απ᾽ το πολιτικό corpus θα εγκαινίαζε μια περίοδο πολιτικής ίασης και κάθαρσης, συνθήκη αναγκαία για την κοινωνική ανάταξη και την επιστροφή στην πολυπόθητη «κανονικότητα».
Δυστυχώς αυτή η ελπίδα (όπως και αναρίθμητες άλλες του δύσμοιρου πολίτη αυτής της χώρας) ματαιώθηκε σχεδόν αμέσως, όταν στα χρόνια της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης που ακολούθησαν, η πολύπαθη ελληνική κοινωνία κατέστη μάρτυρας της εκκόλαψης ενός νέου φιδοαυγού και μιας νέας τερατογενέσεως. Ο νέος δράκων γεννήθηκε πολυκέφαλος σαν τη μυθική Λερναία Ύδρα. Επωάστηκε και πολλαπλασιάστηκε ραγδαία στον ηλεκτρονικό κόσμο των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ), όπου δια-δικτυούμενος γιγαντώθηκε και, εν συνεχεία, ακμαίος και παντοδύναμος κατέλαβε τα ανερμάτιστα μέσα (ΜΜΕ), όπου άρχισε να εκχύει κατακλυσμιαίο δηλητήριο, μολύνοντας την κοινή γνώμη και το κοινό αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας. Νέοι επίκαιροι όροι, όπως «ανθρωποφαγία», «κανιβαλισμός», «πιράγχας (του διαδικτύου)», «δολοφονίες χαρακτήρων», «λιθοβολισμοί», «κρεμάλες» κ.ά., σήμερα αποδίδουν μεταφορικά την πρωτογονική αγριότητα, το μισάνθρωπο μένος και τη θηριωδία των προθέσεων και των τρόπων δράσης της νεόπλαστης δρακογενιάς.
Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι εσχάτως το κλίμα στον δημόσιο λόγο έχει γίνει περισσότερο από ποτέ «τοξικό». Η μόλυνση είναι άκρως μεταδοτική και οι «τοξικοπαθείς» πομποί και δέκτες της επικοινωνίας οσημέραι πληθύνονται. Η διάχυτη τοξικότητα καθιστά το κλίμα ευεπίφορο για επιθέσεις (που εκδηλώνονται με ασυνήθιστη ιταμότητα και δριμύτητα), απειλές, υστερικά ξεσπάσματα (ένεκα προσωπικών απωθημένων που έχουν απ᾽ τον καιρό κακοφορμίσει) και, γενικά, για κάθε λογής βιαιότητα. Φθόνοι, μίση, συμπλέγματα, ανεκπλήρωτα, αναδύονται από τα σκότη της ατομικής και συλλογικής ψυχής και ξεσπούν με σφοδρότητα και τυφλή καταστροφική μανία. Η άλογη προσωπική έκρηξη μετατρέπεται αυτοστιγμεί σε μαζική υστερία του όχλου. Η συγκυρία είναι η πλέον πρόσφορη για εκδικήσεις, πλήγματα, «αιματοχυσίες», αλλά και για να εκδηλωθεί δημόσια ο «χείρων εαυτός», ο κτηνώδης και βίαιος, ατόμων και μαζών.
Δεν έχω πρόθεση (ούτε είμαι ειδικός) να αναλύσω και να ερμηνεύσω το κοινωνικό «μόρφωμα» που περιγράφω· το φαινόμενο, άλλωστε, δεν είναι ούτε ελληνικό ούτε και όψιμο. Πρόκειται για παγκόσμια πανδημική μάστιγα που ενέσκηψε στο ελληνικό κοινωνικό στερέωμα μετά από τη συνήθη δεκαετή υστέρηση. Θέλω ωστόσο να επισημάνω κάποια χαρακτηριστικά που απαντούν στην ημεδαπή εκδοχή και που διαπιστώνουν συγγένεια με το προηγούμενο «μόρφωμα», το φασιστικό.
Το πρώτο είναι η παραπολιτική του ιδιομορφία. Πίσω από το μόρφωμα υπάρχουν μορφές του πολιτικού παρασκηνίου συντεταγμένες με κόμματα, δημοσιογραφικά κέντρα, κανάλια, πρόσωπα που ασκούν δημόσια επιρροή, κ.λπ., που με επιτηδειότητα το εκμεταλλεύονται, το χειραγωγούν, παίζοντας πολιτικά παιχνίδια για να αποκομίσουν ίδια ή μικροπολιτικά οφέλη. Διαπιστωμένη είναι, φερ᾽ ειπείν, η εργαλειοποίησή του από ποικιλώνυμες και ποικιλόχροες «συνιστώσες» της ψευδοαριστεράς (με τον όρο σημαίνω ό,τι δεν ανήκει στο ΚΚΕ), ιδιαιτέρως από τις ακραίες του φάσματος δυνάμεις που διαθέτουν στρατευμένους επιτελείς, φανατισμένο και θορυβοποιό οπαδικό κοινό και ζηλωτές «καταδρομείς» που πρόθυμα ανταποκρίνονται σε καλέσματα συστράτευσης και «ειδικές αποστολές».
Στην προκειμένη περίπτωση η εξόντωση προσώπων που αναγνωρίζονται ως «εχθροί» διαθέτει προσχεδιασμό και οργάνωση και παρουσιάζει τις εξής εξελικτικές φάσεις: στοχοποίηση, συκοφάντηση, σπίλωση, δαιμονοποίηση, δημόσια διαπόμπευση, δίωξη και, τέλος, εκτέλεση. Μ᾽ άλλα λόγια, πρόκειται για μηχανισμό «εκτέλεσης συμβολαίων θανάτου» και «δολοφονίας προσώπων», που απεργάζεται την κοινωνική, ηθική, ψυχική, οικονομική κ.ά. εξόντωσή τους και την μόνιμη εκβολή τους από το κοινωνικό πεδίο δράσης. Το μόνο που λείπει είναι το στοιχείο της φυσικής εξόντωσης, η κυριολεκτική δολοφονία. Ωστόσο, με τέτοιο modus operandi δικαιούται κανείς να ομιλεί περί «εγκληματικής οργάνωσης».
Το δεύτερο κοινό γνώρισμα με το φασιστικό μόρφωμα έχει να κάνει με την χρήση της ρητορικής του λαϊκισμού και της προπαγάνδας. Οι ιθύνοντες νόες του νέου μορφώματος δεν είναι άλλοι από τους φαύλους πολιτικάντηδες Κλέωνες και τις άκριτες κουτσομπόλες των ΜΚΔ και ΜΜΕ που τελώντας σε κατάσταση ναρκισσιστικού παροξυσμού έχουν αυτοαναγορευτεί σε φύλακες των ηθών και Δημοσίους Κατηγόρους (εδώ οι ταυτίσεις με πρόσωπα θεμιτές). Οι δε σκευωροί που στήνουν τα «συμβόλαια θανάτου» –ως διαπλεκόμενοι όφεις σε περίοδο οχείας– στην προσπάθεια να συγκαλύψουν την βιαιότητα των σχεδίων και την κακουργία των πράξεών τους, ενδύουν την εγκληματικότητα των τρόπων δράσης με ψεύτικους καλλωπιστικούς μανδύες. Η τακτική του καμουφλάζ είναι ανάγλυφη και σε ρητορικό επίπεδο, όπως διαπιστώνεται από τη χρήση ευφημιστικών όρων. Έτσι η συκοφαντία λέγεται «προάσπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων»· οι συκοφάντες, «μέλη παρατηρητηρίων»· οι συμμορίες, «συλλογικότητες»· οι συνωμότες-σκευωροί, «αλληλέγγυοι»· οι καταδρομικές επιθέσεις, «ακτιβιστικές δράσεις», το «ξεκαθάρισμα λογαριασμών», «κάθαρση»! Και αντιστρόφως: ο λόγος ο τολμών, «χειριστικός» και «κακοποιητικός»· η αυτοάμυνα στη βία, «αλαζονεία» και «ξετσιπωσιά»! Η εωσφορική δυστοπία μασκαρεμένη με αγγελικό προσωπείο!
Το τρίτο φασιστικό γνώρισμα είναι οι πρακτικές της βίας και της τρομοκρατίας που περιορίζονται (προς ώρας τουλάχιστον) σε λεκτικό και ψυχολογικό επίπεδο. Η χρήση ομαδικής και καταιγιστικής λεκτικής βίας (λεκτικός/σχολιαστικός λιθοβολισμός), ο ομαδικός εκφοβισμός (bullying), οι πολυφωνικές υστερικές απειλές, οι προπηλακισμοί, οι ύβρεις, οι κατάρες, η πρακτική της ακύρωσης (cancelling), η βίαια φίμωση και η άρση της ελευθερίας λόγου, η επιβολή φραγής στην ελεύθερη έκφραση, οι «προγραφές ατόμων», οι διαδικτυακές καταδρομικές επιθέσεις, οι «καριεροκτονίες» (ανδρών ως επί το πλείστον) κ.ά. Σε όλα αυτά μπορεί κανείς να αναγνωρίσει χρυσαυγίτικα καμώματα.
Έχοντας πέσει παράπλευρο θύμα μιας τέτοιας οργάνωσης –η οποία κρυμμένη πίσω από κινήματα και κοινωνικο-πολιτικά ιδεολογήματα του συρμού (που ελέγχονται για την καθαρότητα και αξιοπιστία τους), κινεί τα νήματα του «θηρίου», για να «δολοφονεί» προσωπικότητες– μπορώ πλέον να αφουγκράζομαι το σύριγμα του φιδιού. Γνωρίζω επίσης και την μητριάρχισσα οφιοτόκο (φιδομάνα), που καθισμένη μπροστά από τον υπολογιστή στην «φτωχική» της έπαυλη των Βορείων προαστείων, καθημερινά γεννά και γαλουχεί τα τολκινικά Uruk Hai που θα αρθρώσουν τον Άναρθρο Λόγο του αύριο. Μοιραία, ο νους μου πάει στα σοφά προφητικά λόγια των μεγάλων χαμένων ποιητών, τα οποία κλείνοντας παραθέτω:
«Σελτζούκοι ροπαλοφόροι καραδοκούν,
χαγάνοι ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν,
σκυλοκοίτες και νεκρόσιτοι και ερεβομανείς
κοπροκρατούν το μέλλον…» [Ο. Ελύτης, Το Άξιον Εστί]
Και εις απάντησιν:
«…ενώ εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί» [Κ. Καβάφης, Σοφοί δὲ προσιόντων]
Τὸ εὖ νικάτω..!
*****
Λόγος κομψός, μεστός, αληθής και…εγγράμματος.
Γιάννη Λιγνάδη, σου βγάζουμε το καπέλο!
Υ.Γ Εκτός των άλλων, αφιερωμένο ένα κείμενο σαν αυτό στους ημιμαθείς, κατά κανόνα ,πέρα από σιχαμερούς, Γκεμπελίσκους της ελληνικής μιντιακής χαβούζας. Και όπου και με όποιον τρόπο αποπατούν.