Η …”ΠΙΣΩ ΕΙΣΟΔΟΣ” ΤΟΥ ΧΑΡΒΑΡΝΤ.

“Τεμπέληδες οι κάτοχοι διδακτορικού, σύμφωνα με σύμβουλο του Μητσοτάκη

Για τον οικονομικό σύμβουλο του πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη όχι μόνο δεν είναι άριστος όποιος έχει διδακτορικό, αλλά μάλλον πρόκειται για …τεμπέλη.

«Για τις πιο πολλές δουλειές που μπορεί να κάνει κάποιος μετά τις σπουδές του όχι απλώς δεν είναι απαραίτητο το διδακτορικό αλλά είναι και κάτι το αρνητικό. Δε θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό αν μου έκανε αίτηση γιατί δείχνει ότι πιθανώς να είναι κάποιος άνθρωπος που δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά» σημείωσε ο Αλέξης Πατέλης μιλώντας στο ImpacTalk” .

***

Οι σπουδές σε  δημόσια και  ιδιωτική εκπαίδευση σε όλες  τις  βαθμίδες  και όχι μόνο στη Ελλάδα , έχουν διαφορές   στην… παροχή  υπηρεσιών, τις οποίες   με πρώτη ματιά μπορούν ακόμα και  οι μη “εμπλεκόμενοι” να  τις παρατηρήσουν. Επιγραμματικά: ΄Ενα  “καλό” ιδιωτικό, εκπαιδευτικό ίδρυμα   παρέχει ποιότητα   εκπαίδευσης  “2Α” και  ένα δημόσιο μόνο “Α” . Κι αυτή η διαφορά στην  ποιότητα   των σπουδών, οφείλεται κυρίως  σε δύο παράγοντες.  α. στο  εκπαιδευτικό προσωπικό και   β.  στα προγράμματα και  τις  δραστηριότητες.  Στα πανεπιστήμια ισχύουν ακριβώς τα ίδια, αλλά εδώ το βάρος  πέφτει  στην έρευνα και τις εξεταστικές απαιτήσεις του ιδρύματος.

Στην  Ελλάδα, αν έχουμε καλά ιδιωτικά σχολεία  (πανεπιστήμια ακόμα δεν  υπάρχουν), αυτά είναι “μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού”  (στην κυριολεξία). Τα Δημόσια, λίγο πολύ, παρέχουν όλα την ίδια ποιότητα σπουδών, κατώτερη φυσικά από  εκείνη στα  καλά ιδιωτικά και ανώτερη από τα υπόλοιπα ιδιωτικά.  Στο δημόσιο   σχολείο με τα  κοινά εκπαιδευτικά προγράμματα, το βάρος εδώ πέφτει κυρίως  στον καλό δάσκαλο. Αν ένα δημόσιο σχολείο ευτυχήσει να έχει 3-4 εκπαιδευτικούς δραστήριους και καταρτισμένους, αυτόματα ανεβαίνει και η ποιότητα σπουδών που παρέχει το συγκεκριμένο σχολείο.

Να επισημάνουμε και  ένα εκπαιδευτικό  φαινόμενο που δε συναντά κανείς   σχεδόν πουθενά στο κόσμο, παρά μόνο στη χώρα μας Είναι το φροντιστήριο.  Επιγραμματικά κι εδώ ισχύει ό,τι και για το καλό ιδιωτικό σχολείο σε ό,τι αφορά τη στελέχωσή του από έμπειρο  και ορεξάτο εκπαιδευτικό προσωπικό.  Αλλά, επιπλέον  ο λόγος ύπαρξης του φροντιστηρίου στην Ελλάδα παλιότερα,  είχε σχέση  α. με την  κακή απόδοση του εκπαιδευτικού στο δημόσιο σχολείο και β. με την ελληνική νοοτροπία   που λειτούργησε για χρόνια ως ντελίριο και καταλύτης  στη χώρα μας   πως  ένα πτυχίο μιας  πανεπιστημιακής σχολής εξασφαλίζει ένα καλό μέλλον στο παιδί (μέγα ψεύδος).     Σήμερα, τα φροντιστήρια    λειτουργούν   κυρίως   από “μόδα” , αλλά και για “εξιλέωση” του γονιού,  να έχει  τη συνείδησή  του αναπαυμένη  πώς κάνει  ό,τι μπορεί  για το μέλλον του παιδιού του, όταν  δεν υπάρχει  η  δυνατότητα να του προσφέρει  ιδιαίτερα μαθήματα “κατ΄οίκον”   με έναν  καλό  εκπαιδευτή.

Για το ελληνικό “Δημόσιο Πανεπιστήμιο”  έχουμε μιλήσει επανειλημμένα εδώ.  Από τη μια, το αιώνιο, ελληνικό πρόβλημα της πανεπιστημιακής έδρας, που δεν κατακτάται αξιοκρατικά, αλλά με λογής ανταλλάγματα. “Κατάρα” για το ελληνικό πανεπιστήμιο θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει το “Νεποτισμό”, που υφίσταται σε αυτό. ΄Ενα φαινόμενο που δεν έχει να κάνει μόνο με την οικογενειοκρατία , αλλά με παντός είδους  ανταλλαγές  και “προσφορές”.

Από την άλλη,  κακή  Β/θμια εκπαίδευση,  σηματοδοτεί  επίσης και  κακή  Γ/θμια.  Είναι κι αυτός σοβαρός λόγος που πολλοί φοιτητές εισέρχονται στις σχολές με χαμηλή βαθμολογία, αλλά στη συνέχεια αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις τους   και συνήθως  εγκαταλείπουν τις σπουδές τους.  Μάλιστα,  ακούγεται  πως στα τμήματα των  Πολυτεχνείων   σχεδόν το 50% των φοιτητών τους,   εγκαταλείπει  στη μέση τις σπουδές, επειδή δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις τους ! (Πολύ σοβαρό ζήτημα, αν όντως ισχύει).

 

Στα ξένα πανεπιστήμια τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κυρίως στα δημόσια, τα κρατικά.  Ειδικά  σε ό τι αφορά την ανώτερη  ποιότητα σπουδών (συγκριτικά   με τα ελληνικά),  που παρέχουν οι σχολές τους.  Αλλά  και  στον τρόπο που στελεχώνονται από διδακτικό  και ερευνητικό  προσωπικό.  Συνήθως αξιοκρατικό και  υπεύθυνο.

Παράλληλα, και η  γνωσιολογική και λοιπή  εκπαιδευτική  υποδομή των φοιτητών, είναι ανώτερη  στα περισσότερα ξένα πανεπιστήμια ,πάντα συγκρινόμενη με εκείνη των Ελληνοπαίδων. ΄Οχι μόνο γιατί  οι σπουδές είναι επίσης καλύτερες στις άλλες βαθμίδες, αλλά κυρίως γιατί δε συναντάς εδώ  τη στρεβλή, ελληνική  αντίληψη  “πανεπιστήμιο και ξερό ψωμί”. Παράλληλα, ο επαγγελματικός προσανατολισμός είναι ουσιαστικός στο ξένο δημόσιο σχολείο, γενικώς  και συνδέεται άμεσα τόσο  με τις δεξιότητες του παιδιού, όσο και με την αγορά εργασίας.

 

 

Στα ξένα ιδιωτικά πανεπιστήμια ανατρέπονται πολλές φορές  οι παραπάνω διαπιστώσεις και τα χαρακτηριστικά τους.  Στα αμερικανικά, μάλιστα, τα πράγματα είναι ακόμα πιο διαφορετικά από όσο στον υπόλοιπο εκπαιδευτικό κόσμο. Τα καλά πανεπιστήμια εδώ  στελεχώνονται  με  αξιόλογο πανεπιστημιακό προσωπικό, αλλά και τα προγράμματα σπουδών τους έχουν φανερή ανωτερότητα σε σχέση με εκείνα στο  “μεσαίο” ιδιωτικό”  πανεπιστήμιο. Και φυσικά η διδασκαλία και  η έρευνα έχουν άλλη ποιότητα  στα κορυφαία,  σε ένα …ΜΙΤ ή ένα Χάρβαρντ, ας πούμε.

Αλλά και οι υποψήφιοι  οφείλουν να έχουν μια πολύ καλή  εκπαιδευτική κατάρτιση (υψηλή βαθμολογία) , για να γίνου δεκτοί από ένα τέτοιο, καλό  πανεπιστήμιο. Τα δίδακτρα,  είναι δίδακτρα, αλλά και η βαθμολογική εικόνα του υποψηφίου είναι  σημαντική για να γίνει δεκτή η αίτηση φοίτησης του.  Επί πλέον, αυτά τα  πανεπιστήμια παρέχουν  πολλές και καλές  υποτροφίες σε  υποψήφιους που έχουν άριστες σπουδαστικές επιδόσεις, αλλά και τους παρέχουν επίσης και  άριστη επαγγελματική αποκατάσταση με το πέρας  των σπουδών τους, αφού η “Αγορά”  τέτοια στελέχη περιμένει για να τα “αρπάξει” στην κυριολεξία με υψηλούς μισθούς και άριστες προοπτικές καριέρας.

 

 

Εκεί που τα πράγματα  “ζορίζουν” εντελώς, όμως,   είναι οι διδακτορικές σπουδές και η απόκτηση ενός  διδακτορικού τίτλου. Το πανεπιστήμιο, αλλά και ο “επιβλέπων” τέτοιες σπουδές,  καθηγητής και η επιτροπή που θα χορηγήσει  ένα τέτοιο  τίτλο, είτε σε δημόσιο  είτε σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο, συνήθως δε διακινδυνεύουν να χορηγήσουν   την υψηλή   για την επιστήμη  αναγνώριση     σε υποψήφιο διδάκτορα,  “αβρόχοις ποσί”.

Οι διδακτορικές σπουδές είναι σκληρές ,  τόσο που μόνο…τεμπέληδες (τί λέει, αλήθεια,  ο Πατέλης!), δεν μπορούν  να τις ξεκινήσουν.  Πολύ περισσότερο να περατώσουν ένα τέτοιο κύκλο σπουδών. Εξ ου, τα   στατιστικά  λένε πως το  60% των υποψηφίων, εγκαταλείπει την προσπάθεια συνέχισης διδακτορικών σπουδών.

Αρχικά, η ένταξη σε ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι δύσκολη. Με εξετάσεις  και  με  τη κατάρτιση ενός …χοντρού  φακέλου αποδεικτικών  της  προηγούμενης σπουδαστικής  και επιστημονικής  εμπειρίας και επάρκειας.   Οι υποψήφιοι είναι  πολλοί και οι εξετάσεις, ως εκ τούτου,  απαιτητικές.  Με πρόχειρο διάβασμα, με αντιγραφή  ή τύχη, όπως συμβαίνει στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα,  δεν υπάρχει περίπτωση να  συναντηθείς ποτέ με τέτοιου είδους σπουδές  (οι εξαιρέσεις  απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα).

Οι διδακτορικές σπουδές είναι 4ετείς και γίνονται ακόμα πιο δύσκολες για τον ΄Ελληνα, αν αποφασίσει να ξεκινήσει αυτό το εγχείρημα σε ξένο πανεπιστήμιο. Πέρα από τις  “εισαγωγικές” εξετάσεις που είναι πιο απαιτητικές έξω και ο φάκελος των προσόντων χρειάζεται να είναι πιο  βαρύς. Οι εξετάσεις και οι εργασίες στη διάρκεια αυτών των σπουδών επίσης  είναι   κοπιώδεις και κάποτε, χωρίς υπερβολή, εξοντωτικές.

Αλλά,  το βασικό πρόβλημα πάντα  είναι η   γλώσσα. Μια ξένη γλώσσα,  ποτέ δε θα γίνει μητρική, αν την κατέκτησες με σπουδή ή  άσκηση-τριβή    στην καθημερινότητα της ζωής.  Πόσω μάλλον, αν το επίπεδο της γλώσσας, χρειάζεται να είναι επιστημονικό και μάλιστα στις αξιώσεις διδακτορικών σπουδών. Σε αυτή την περίπτωση το εγχείρημα απόκτησης διδακτορικού τίτλου  εξελίσσεται   πλέον σε… τιτάνιο έργο.

Αλλά, το πλέον δύσκολο, εκεί ακριβώς που τελειώνουν οι αντοχές και  “φτύνεις αίμα”, είναι η διαδικασία συλλογής,  κατάταξης και  ταξινόμησης  του  ερευνητικού σου  υλικού και η συγγραφή της “Διατριβής”.  Σε αυτή τη γραπτή  εργασία ,που συνήθως είναι πάνω από 400 σελίδες, οφείλεις στο αντικείμενο που επέλεξες να διαπραγματευτείς,  να “πεις”, ως νέος ερευνητής , κάτι καινούριο. Και όχι  μόνο  ένα.  Κάτι που δεν το “είπαν” ο προηγούμενοι  στην  ίδια έρευνα. Που ή δεν  πρόσεξαν, ή δε φαινόταν  τότε. Αλλά, κι αν προσκομίσεις κάτι  καινούριο, επίσης μετράει και πόσο σημαντικό είναι αυτό.

Στην υποστήριξη της Διατριβής σου στην επιτροπή και ενώπιο ακροατηρίου, οφείλεις να στηρίξεις τις απόψεις σου , κυρίως τις καινοφανείς, που κατέθεσες .Και είναι μια δύσκολη η όλη διαδικασία,  δοθέντος πως τα μέλη της  επιτροπής, αλλά και το ακροατήριο, μπορεί να έχουν διαφορετική  άποψη. Η τεκμηρίωση πρέπει να είναι απόλυτη και πασιφανής.  Τα ερωτηματικά, τα διλήμματα, τα  “ίσως” και  “ναι, μεν, αλλά”, υποβαθμίζουν την επιστημονική τεκμηρίωση και την   ποιότητα της διατριβής. Και φυσικά , το βαθμολογικό χαρακτηρισμό της. Η  χορήγηση ενός διδακτορικού  τίτλου με “΄Αριστα” είναι, όντως,  ένα μια από τις σημαντικότερες κατακτήσεις στην επιστημονική πορεία και εξέλιξη  ενός  νέου  ερευνητή και επιστήμονα.

 

 

΄Υστερα  απ΄αυτά,  ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού, ο Αλέξης  Πατέλης, αν είπε τη φράση που του καταλογίζουν κι αν εννοούσε αυτό που ακούγεται και  … εξυπακούεται απ΄αυτή,  τότε δυο πράγματα συμβαίνουν.  ΄Η δεν έχει  ίδιος επίγνωση του μόχθου ενός επιστήμονα για να φτάσει στην  αναγόρευσή του σε  διδάκτορα (όπως ο γράφων και μάλιστα με “‘Αριστα”), ή απόκτησε  τέτοιο τίτλο,  μπαίνοντας  από άλλη… είσοδο.  Τι εννοούμε;

Στα ιδιωτικά κυρίως πανεπιστήμια, ακόμα και στα κορυφαία,  δεν ισχύουν οι κανόνες που αναφέραμε για να γίνει δεκτός ως φοιτητής , να σπουδάσει κάποιος και να αποκτήσει τίτλους,  αν  έχει…Μπάρμπα στην Κορώνη. Κι αυτό σημαίνει,  αν είναι “γόνος”, κυρίως πολιτικής οικογένειας  ή  μέλους  της οικονομικής ελίτ.

Εκεί, όπως παντού,  ΟΛΑ ΑΝΑΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ, όπως εύστοχα ο “δικός”  μας εδώ Σοφοκλής επεσήμανε:

 

«οὐδέν γαρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος                    295
κακόν νόμισμ᾽ ἔβλαστε. τοῦτο καὶ πόλεις
πορθεῖ, τόδ᾽ ἄνδρας ἐξανίστησιν δόμων·
τόδ᾽ ἐκδιδάσκει καὶ παραλλάσσει φρένας
χρηστάς πρός αἰσχρά πράγματ᾽ ἵστασθαι βροτῶν·
πανουργίας δ᾽ ἔδειξεν ἀνθρώποις ἔχειν                    300
καὶ παντός ἔργου δυσσέβειαν εἰδέναι».

μετ.     Γιατί κανένας θεσμός (επινόηση) δε γεννήθηκε
χειρότερος στους ανθρώπους όσο το χρήμα.
Τούτο κυριεύει τις πόλεις, διώχνει τους άνδρες
απ’ τα σπίτια, αυτό δασκαλεύει και διαστρέφει τα
συνετά μυαλά ανθρώπων να στρέφονται σε άνομες
πράξεις και διδάσκει τους ανθρώπους να κάνουν
πονηρίες και να γνωρίζουν όλα τ’ ανόσια έργα.
Σοφοκλέους, Αντιγόνη  (στίχοι: 295-301)

 

Αλλά, θα αναρωτηθεί ο αφελής.   Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό σε ένα  Χάρβαρντ ή στο ΜΙΤ, ας πούμε;   Για  δυο λόγους.  Πρώτα είναι σημαντικό, σοβαρή διαφήμιση  για  αυτά τα  πανεπιστήμια  να έχουν  τέτοιους  “επώνυμους” πελάτες.  Και ύστερα, γιατί οι συγκεκριμένοι  πελάτες, ως “έχοντες και “κατέχοντες” ,  στην κυριολεξία… μπουκώνουν με άφθονο   “δολάριο” αυτές τις επιχειρήσεις. Τέτοιες  πλούσιες χορηγίες,   είναι ασφαλώς  δέλεαρ ,μαγνήτης   για   ιδιοκτήτες ,που, στο τέλος -τέλος,  μπίζνες κάνουν  οι άνθρωποι.   Διοικούν και εκμεταλλεύονται   εμπορικές επιχειρήσεις.     Κι ας είναι και με την επιστήμη.    Μπίζνες είναι και τούτες.

 

Οπότε, ο  κύριος  Πατέλης,  ας  διαλέξει σε ποια από  τις δυο  κατηγορίες  ανήκει.  Ομοίως,  ως παρακοιμώμενος του πρωθυπουργού,  ας ρωτήσει και τον ίδιο.  Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πού ανήκει;